Άγιο Πνεύμα: Ακόμη και οι ατομικές βόμβες μπορούν να τεθούν στην υπηρεσία αγάπης προς τον πλησίον

Η ΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΜΙΟΥ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ

Με την κωδική ονομασία Τρίνιτυ (αγγλ. Trinity), δηλαδή « Αγία Τριάδα» δηλαδή Ο Πατήρ, Ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, είναι γνωστή η πρώτη στην ανθρώπινη ιστορία δοκιμή και πρώτη έκρηξη πυρηνικού όπλου («ατομικής βόμβας», όπως αποκαλούνταν τότε τα πρώτα πυρηνικά όπλα). Πραγματοποιήθηκε από τον αμερικανικό στρατό στις 5:29 π.μ. τοπική ώρα, στις 16 Ιουλίου 1945, στο σημερινό Πεδίο Δοκιμών Χουάιτ Σαντς του Νέου Μεξικού, ως μέρος του Προγράμματος «Μανχάταν».

Αγάπα τον πλησίον σου λοιπόν. Τέλειο. Αν ρίξεις καμιά ατομική βόμβα στον πλησίον σου είσαι χαμένος.
Τι γίνεται όμως εάν δεν είναι και τόσο πλησίον σου; Μακριά από τον πλησίον σου τις ατομικές βόμβες, εκεί που δεν άφησε την κληρονομιά του ο Αβραάμ. Και προ πάντων αγάπα τον πλησίον σου.

Ακόμη και οι ατομικές βόμβες μπορούν να τεθούν στην υπηρεσία αγάπης προς τον πλησίον

είπε ο χριστιανός ιερέας Künneth , 13 χρόνια μετά τη Χιροσίμα.
Και το Βατικανό πρότεινε στον πόλεμο του Βιετνάμ να ριχθούν ατομικές βόμβες προς προστασία της χριστιανικής (Καθολικής) σχολής. …Το επίσημο θρήσκευμα του κράτους δεν είχε την “χάρη” του Θεού, της κληρονομιάς του Αβραάμ. Ήταν tam giao ένα συσσώρευμα από 3 άλλες θρησκείες μη εβραιογενείς…Περισσότερα

«Εντολήν  καινήν σας δίδω, Να αγαπάτε αλλήλους∙ καθώς εγώ σας ηγάπησα, και σεις να αγαπάτε αλλήλους. Εκ τούτου θέλουσι γνωρίσει πάντες ότι είσθε μαθηταί μου, εάν έχητε αγάπην προς αλλήλους.» (Ιωάννης, ιγ΄:34-35). Δηλαδή μεταξύ τους η αγάπη…για τους άλλους….

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ- Δ΄27 Όσο για τους εχθρούς μου, αυτούς που δε με θέλησαν για βασιλιά τους, φέρτε τους εδώ και σφάξτε τους μπροστά μου.

Ο Ιησούς δεν το απέκρυψε, ότι σκοπός του ήταν να σπείρει το διχασμό και τη διχόνοια ανάμεσα στους ανθρώπους: «Φωτιά ήρθα να βάλω πάνω στη Γή και πόσο θα ήθελα να είχε ήδη ανάψει» («κατά Λουκά» ιβ΄49-50). Τι φρικαλέα απειλή! Ακόμη: «Νομίζετε ότι ήλθα για να επιβάλλω αναγκαστική ομόνοια μεταξύ των ανθρώπων; Κάθε άλλο. Σας βεβαιώνω, ότι ο ερχομός μου θα φέρει διαιρέσεις. Από τώρα και στο εξής μια οικογένεια με πέντε μέλη θα χωριστεί σε δύο παρατάξεις: Τρείς εναντίον δύο και δύο εναντίον τριών. Ο πατέρας θα είναι αντίθετος με τον γιο του κι ο γιος με τον πατέρα του. Η μάνα με την κόρη της. Η πεθερά με τη νύφη της κι η νύφη με την πεθερά της» («κατά Λουκά» ιβ΄51-53).

Αντιγόνη:

Δε γεννήθηκα για να μισώ, αλλά για ν’ αγαπώ.  

Οὒτοι συνέχθειν, ἀλλά συμφιλεῖν ἔφυν (στίχος 52)

 Ο Σοφοκλής με το απόφθεγμα αυτό παραπέμπει στον κλασικό ανθρωπισμό της εποχής του, σύμφωνα με τον οποίο η αγάπη ήταν εγγενής προορισμός του ανθρώπου, όχι θρησκευτική εντολή ή κοινωνική υποχρέωση. Στην Αντιγόνη βρίσκει την ιδανική ηρωίδα για να προβάλλει με την υπέροχη φράση και την αγέρωχη στάση της την αγάπη για τον άνθρωπο (αλτρουϊσμός). Εδώ δεν μιλάει για την αγάπη την αδερφική ή τη συγγενική, ούτε βεβαίως για τον έρωτα, αλλά για την πανανθρώπινη αξία της αγάπης. Να αγαπά γιατί γεννήθηκε άνθρωπος, γιατί μόνο η εκ φύσεως αγάπη μπορεί να αρνηθεί τη βία, που γεννούν το μίσος και η κακία, τα οποία είναι επίκτητα στοιχεία στη ζωή μας. Η αγάπη αυτή όμως δεν είναι προϊόν ηθικής αγωγής και παιδείας, αλλά μια υπαρξιακή δύναμη κι ένας ανώτερος φυσικός προορισμός στη ζωή των ανθρώπων. Η αγάπη αυτή δεν είναι μόνο συναίσθημα και σκέψη, είναι βίωμα και πράξη που διώχνει τη δειλία και τον φόβο του θανάτου. Είναι ίσως η μόνη ελπίδα για να σωθεί ο κόσμος. (Παπατσίρος Απόστολος Φιλόλογος).

Ελληνας ή χριστιανός λοιπόν; τεράστια η διαφορά και μάλιστα ειδοποιός*.

Από την Πολιτεία του Πλάτωνος (617 c-e, «Λαχέσεως Λόγος»).
Ο Πλάτων σώζει. Ακόμα κι αυτούς πού τον αγνοούν, αλλά δεν αρνούνται να σκεφτούν.
*«Τι ορίζει τη διαφορά ανάμεσα στους Έλληνες και στους χριστιανούς; Μια διαφορά, που από ένα σημείο και πέρα γίνεται αντίθεση, εναντίωση, ρήξη, πάλη της φωτιάς με το νερό;
Εκείνο που ορίζει τη διαφορά είναι κάτι άλλο και σαφές, όσο και το φύλλο της ελιάς. Αλλά γι’ αυτό ακριβώς είναι απόλυτο και ακραίο.
Η διαφορά ανάμεσα στους δύο είναι πως οι Έλληνες οικοδόμησαν έναν κόσμο που στηρίζεται στην παρατήρηση και στη νόηση, ενώ οι χριστιανοί οικοδόμησαν έναν κόσμο που στηρίζεται στην υπόθεση και στη φαντασία.
Η παρατήρηση των ελλήνων είναι τέτοιας ποιότητας, ώστε πάντα να βεβαιώνεται πρακτικά από τα συμβαίνοντα στη φύση, και πάντα να αποδεικνύεται χειροπιαστά από το πείραμα στο εργαστήριο.
Αντίθετα, η υπόθεση των χριστιανών είναι τέτοιας ποιότητας, ώστε μένει αναπόδειχτη. Οποιοδήποτε δεδομένο των χριστιανών ποτέ δε θα βρει την εφαρμογή του μέσα στην κλίμακα της φύσης.
Ποτέ και κανείς, λόγου χάρη, δεν είδε το θεό μέσα στις εξισώσεις του Αινστάϊν ή στο λαμπορατόριο. Ποτέ και κανείς δεν είδε ένα νεκρό να ξανανεβαίνει στο φως, και να βγάζει λόγο για τον Παράδεισο και την Κόλαση. Ποτέ και κανείς δεν αγάπησε το ξένο παιδί όσο αγαπά το δικό του, ή δε δέχτηκε να πεθάνει το δικό του παιδί στη θέση του παιδιού ενός ξένου.
Πιο απλά, οι έλληνες ξεκινούν από τη φύση και το ορατό. Το όργανο της μελέτης τους είναι η λογική. Η πρόθεσή τους είναι άσκοπη, και εντελώς αντικειμενική. Εμάθαιναν με οδηγό εκείνο το περίφημο «θεωρίης εἳνεκεν» του Ηροδότου.
Οι έλληνες μελετούσαν σπρωγμένοι από το φυσικό τους, και για να ικανοποιήσουν την έμφυτη ανάγκη του νου. Όπως ακριβώς έτρωγαν σπρωγμένοι από το φυσικό τους, και για να ικανοποιήσουν την έμφυτη ανάγκη του σώματος.
Σε εκείνο το περιώνυμο του Αριστοτέλη «πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει» υπάρχει σα βάση η λέξη «όρεξη». Η όρεξη να μάθουν, δηλαδή, γι’ αυτούς ήταν διαδικασία όμοια με την όρεξη να φάνε.
Αντίθετα, οι χριστιανοί ξεκινούν από την ψυχή και το αόρατο. Το όργανο της μελέτης τους είναι η φαντασία και το συναίσθημα. Η πίστη σαν όργανο έρευνας είναι μετεξελιγμένη μορφή του συναισθήματος. Και η πρόθεσή τους είναι σκόπιμη και υποκειμενική.
Ξεκινώντας λοιπόν από τις αφετηρίες της παρατήρησης και της φαντασίας βρίσκουμε και εξηγούμε, γιατί η μέθοδος των ελλήνων οδήγησε στην επιστήμη, και γιατί ο τρόπος των χριστιανών οδήγησε στη θρησκεία.
Και πάρα πέρα, βρίσκουμε και εξηγούμε, γιατί το κριτήριο της επιστήμης είναι η πειραματική απόδειξη της γνώσης, και στη συνέχεια η αναγκαστική αποδοχή της από κάθε φρόνιμο άνθρωπο, ενώ το γνώρισμα της θρησκείας είναι η «εξ αποκαλύψεως αλήθεια» και το «δόγμα». Όροι, που για την επιστήμη δεν έχουνε νόημα.
Ο Αυγουστίνος, ένας πρώιμος και βαθύς θεωρητικός των χριστιανών, έλεγε ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το χριστιανισμό είναι τα μαθηματικά. Η πιο καθαρή δηλαδή μορφή της επιστήμης. Ήξερε ο άνθρωπος.
Και ο Χάϊντεγγερ στον καιρό μας, στην προσπάθειά του να δείξει πως δεν έχει νόημα να συσχετίζεται ο χριστιανισμός σα θρησκεία με τη φιλοσοφία και την επιστήμη, χρησιμοποίησε το παράδειγμα της λογικής αντίφασης. Contradictio in adjecto.
«Μια χριστιανική φιλοσοφία», λέει, «είναι ένας ξύλινος σίδηρος». “Eine christiche Philosophie ist ein hölzernes Eisen”(5).»
Δημήτρης Λιαντίνης – “Τα Ελληνικά”.