Η Μάχη της Μόσχας, κάτι που ο κόσμος δεν έχει καταλάβει μέχρι σήμερα. +ΒΙΝΤΕΟ: Η ΠΑΡΕΛΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ – 7 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1941

ΑΛΦΕΙΟΡΡΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ Η ΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΜΙΟΥ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ
Η Μάχη της Μόσχας στις «Ιστορικές αναπαραστάσεις» της ΕΡΤ1 04.02.2019 -  Γραφείο Τύπου ΕΡΤ
press.ert.gr

«Η πρώτη ήττα του γερμανικού στρατού ήρθε στη Μάχη της Μόσχας το 1941», έχει γράψει ο Ρόντρικ Μπρέιθγουαϊτ, πρώην Βρετανός πρέσβης στη Σοβιετική Ένωση και είχε δίκιο.

Σε αριθμητικούς όρους ήταν η μεγαλύτερη μάχη του πολέμου και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ιστορικών σε αυτήν τη μάχη οι Σοβιετικοί έχασαν τόσους άντρες όσους οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία μαζί σε όλον τον Β’ΠΠ. Συνολικα ενεπλάκησαν περισσότεροι από 7.000.000 άντρες.

Οι Γερμανοί έφτασαν στη Μόσχα στις αρχές Οκτωβρίου 1941 και δεν χρειάζεται καν να εξηγήσουμε πόσο πολύ την ήθελαν. Την ήθελαν στρατηγικά, αλλά την ήθελε προσωπικά και ο ίδιος ο Χίτλερ, κάτι που τότε ήταν ίσως πιο σημαντικό από το πρώτο.

Υπό μια έννοια, στα περίχωρα της Μόσχας δεν συγκρούστηκαν δύο στρατοί, αλλά ο Χίτλερ με τον Στάλιν, μια ιστορία που επαναλήφθηκε με ακόμη τραγικότερο τρόπο στο Στάλινγκραντ λίγο αργότερα.

Η Μόσχα και ο ρωσικός Οκτώβριος ήταν η πρώτη πραγματική επαφή των Γερμανών με την αλήθεια: Είχαν σταλεί σε ένα εντελώς άγνωστο τερέν για να πολεμήσουν έναν εντελώς άγνωστο από κάθε άποψη εχθρό, χωρίς να έχουν καν τις σωστές στολές και τα σωστά εφόδια.

Απέναντί τους ένας εξίσου ανέτοιμος στρατός, χωρίς στοιχειώδη οπλισμό και με συχνά παρανοϊκές οδηγίες, οι οποίες εκδίδονταν συνήθως από τον ίδιον τον Στάλιν. Κατά κανόνα οι οδηγίες αυτές είχαν ένα και μοναδικό περιεχόμενο: Δεν υποχωρούμε ούτε εκατοστό.

Βέβαια, υπάρχει κάτι που πρέπει να καταλογιστεί στα θετικά του: Ο ίδιος αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη Σοβιετική πρωτεύουσα ως στρατηγικό στόχο. Ήξερε ότι αν έπεφτε η Μόσχα θα χανόταν ο πόλεμος.

‘Ενας «Τυφώνας» που άργησε πολύ

Ο Χίτλερ έχασε πολύτιμο χρόνο στο δρόμο για τη Μόσχα, όπως γενικά έχασε πολύτιμο χρόνο κατά τη διάρκεια της επιχεόρησης Μπαρμπαρόσα, γενική ιδέα της οποία ήταν η διαρκής κίνηση των γερμανικών στρατευμάτων.

Ας μην γελιόμαστε: Ο «Μπαρμπαρόσα» ήταν μια εκπληκτικά σχεδιασμένη στα χαρτιά στρατιωτική επιχείρηση, μια από τις πιο ευφυείς όλων των εποχών.

Η αρχική πρόθεση ήταν οι μάχες μεγάλης κλίμακας στη Σοβιετική Ένωση να διαρκέσουν μόνο μερικούς μήνες. Υπό τη γενική διοίκηση του στρατάρχη Βάλτερ φον Μπράουχιτζ, τρεις ομάδες στρατού θα εισχωρούσαν 500 χιλιόμετρα στη σοβιετική επικράτεια και περίπου 400 χιλιόμετρα δυτικά της Μόσχας.

Ο Κόκκινος Στρατός αναμενόταν να συγκεντρωθεί σε αυτά τα δυτικά σύνορα, όπου και επρόκειτο να συντριβεί. Θα μπορούσε να έχει λειτουργήσει…

Πραγματικά σημειώθηκαν εκπληκτικές επιτυχίες τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, αλλά οι Σοβιετικοί μπόρεσαν να συγκεντρώσουν εφεδρεία στρατευμάτων και εξοπλισμού σε μια δεύτερη γραμμή άμυνας. Και, κυρίως, δεν υπήρξε πολιτική κατάρρευση στην ΕΣΣΔ, όπως προσδοκούσε ο Χίτλερ. Στα τέλη Ιουλίου, έπρεπε να πάρει αποφάσεις για μια βαθύτερη προέλαση.

Ο Μπράουχιτζ και οι ανώτεροι στρατηγοί του ήθελαν να κατευθυνθούν στη Μόσχα με το Ομάδα Στρατού του Κέντρου, την πιο ισχυρή τους. Ο Χίτλερ τους αγνόησε και έστειλε τα πάντζερ εναντίον του Κιέβου στο νότο και του Λένινγκραντ στο βορρά…

Στις 6 Σεπτεμβρίου, με το Κίεβο έτοιμο να πέσει στα χέρια των Γερμανών και την πολιορκία του Λένινγκραντ να ξεκινά, ο Χίτλερ τελικά ενέδωσε στους στρατηγούς του. Συμφώνησε να συγκεντρώσει δυνάμεις για ένα άμεσο χτύπημα στη Μόσχα. Χάθηκαν άλλες τρεις εβδομάδες μέχρι να ετοιμαστεί η Ομάδα Στρατου του Κέντρου του στρατάρχη Φέντορ φον Μποκ.

Στην επιχείρηση δόθηκε η κωδική ονομασία Τυφώνας. Ο στόχος ήταν το κύριο σώμα των στρατευμάτων του Κόκκινου Στρατού που ήταν παραταγμένο σε μια γραμμή βορρά-νότου περίπου 200 χιλιόμετρα δυτικά από τη Μόσχα. Το διοικούσε ο στρατάρχης Τιμοσένκο.

Η οδηγία για τον «Τυφώνα» τόνιζε για ακόμη μια φορά ότι η ταχύτητα είναι απαραίτητη: «Ο Κόκκινος Στρατός πρέπει να ηττηθεί και να εκμηδενιστεί στον περιορισμένο χρόνο που απομένει πριν ξεσπάσει ο χειμώνας». Δεν έγινε όμως κάτι τέτοιο.

Στην πραγματικότητα, ο στρατάρχης Τιμοσένκο είχε μετατεθεί στην Ουκρανία και οι δυνάμεις που δέχθηκαν επίθεση ήταν τρεις ομάδες στρατού, από τις οποίες η σημαντικότερη ήταν η Δυτική Ομάδα Στρατού του στρατηγού Ιβάν Κόνεφ.

Η μάχη της Μόσχας διήρκεσε τέσσερις μήνες και είχε διάφορες φάσεις. Η πρώτη φάση ξεκίνησε στις 30 Σεπτεμβρίου. Ο Σοβιετικός στρατος αιφνιδιάστηκε και η εντολή να αποσυρθεί για να αποφευχθεί η περικύκλωση ήρθε πολύ αργά. Περίπου 64 μεραρχίες τυφεκιοφόρων από τις 95 που υπήρχαν στην περιοχή και 11 ταξιαρχίες αρμάτων μάχης, από τις συνολικά 13, βρέθηκαν πίσω από τα πάντζερ. Ένα εκατομμύριο Σοβιετικοί στρατιώτες χάθηκαν. Περίπου 600.000 από αυτούς πιάστηκαν αιχμάλωτοι.

Προς στιγμήν ο Τυφώνας φάνηκε να πετυχαίνει το στόχο του. Η Völkischer Beobachter, η εφημερίδα του ναζιστικού κόμματος, βγήκε με τίτλο: «Η μεγάλη ώρα έφτασε: η εκστρατεία στα ανατολικά έχει καθοριστεί!».

«Κανένας στρατός στον κόσμο δεν μπορεί να συνέλθει από αυτό» – Εκτός από τον Κόκκινο

Στις 8 Οκτωβρίου, ο στρατηγός Γκεόργκι Ζούκοφ, ο αντικαταστάτης του Κόνεφ ως διοικητής της Δυτικής Ομάδας του Κόκκινου Στρατού, περιέγραψε την κατάσταση μέσω τηλεφώνου στον Στάλιν. «Ο κύριος κίνδυνος τώρα είναι ότι σχεδόν όλοι οι δρόμοι προς τη Μόσχα είναι ανοιχτά», είπε. «Είναι ορατό το ενδεχόμενο να εμφανιστούν τα εχθρικά άρματα μάχης μπροστά στη Μόσχα».

Η πόλη Τβερ (τότε Καλίνιν), που βρισκόταν μόλις 150 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Μόσχας, έπεσε στις 14 Οκτωβρίου. Την επόμενη μέρα ο Στάλιν διέταξε την εκκένωση των κυβερνητικών οργανισμών από τη Μόσχα.

Ωστόσο, οι Γερμανοί δεν μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν τη νίκη τους με συνεχή κίνηση προς τη Μόσχα. Οι ηττημένοι της πρώτης φάσης τούς είχαν καθυστερήσει σημαντικά, το σύστημα εφοδιασμού τους ήταν ήδη πέρα από τα όριά του και πλέον το τερέν ήταν μια απέραντη λάσπη.

Ο Χίτλερ εννοείται ότι δεν έχασε τη σιγουριά του: Σε μια ομιλία του στο Μόναχο, στις 8 Νοεμβρίου, ανακοίνωσε ότι ο Κόκκινος Στρατός έχασε 8–10 εκατομμύρια στρατιώτες στον πόλεμο μέχρι στιγμής: «Κανένας στρατός στον κόσμο δεν μπορεί να συνέλθει από αυτό – ούτε καν ο ρωσικός», είπε και η αλήθεια είναι ότι η εκτίμησή του δεν ήταν παράλογη. Ο Κόκκινος Στρατός όμως υπερέβαινε το παράλογο, κάτι που ο κόσμος δεν είχε καταλάβει ως τότε.

Στις 15 Νοεμβρίου ξεκίνησε η δεύτερη φάση της μάχης της Μόσχας. Ο καιρός κρύωνε, αλλά το έδαφος άρχισε να σκληραίνει. Ο στρατηγός Φραντς Χάλντερ, αρχηγός του γερμανικού Γενικού Επιτελείου πρότεινε άμεση επίθεση και η πρότασή του υιοθετήθηκε.

Ο στόχος τώρα ήταν να περικυκλωθεί η Μόσχα. Τρεις ομάδες πάντζερ θα προχωρούσαν βόρεια και νότια της πόλης. Ωστόσο, δύο εβδομάδες μάχης δεν έφεραν καμία σημαντική γερμανική επιτυχία. Ο Φον Μποκ ζητούσε να σταματήσει η προέλαση, λόγω της εξάντλησης των ανδρών του και της έλλειψης εφεδρειών. Πρότεινε μάλιστα μια μικρή υποχώρηση, προκειμένου να ανασυνταχθεί ο στρατός.

Ο Χάλντερ επέμεινε, ωστόσο, ότι οι Ρώσοι είχαν εξαντλήσει τις εφεδρείες τους. Συνέχισε να σημειώνεται κάποια μικρή πρόοδος. Στις 30 Νοεμβρίου, μια μεραρχία πάντζερ έφτασε 30 χιλιόμετρα βόρεια του Κρεμλίνου. Στο πολεμικό του ημερολόγιο στις 2 Δεκεμβρίου, ο Χάλντερ σημείωσε: «Η άμυνα του εχθρού έφτασε στο απόγειό της. Όχι νέες [Σοβιετικές] δυνάμεις».

Η απίστευτη ικανότητα των Σοβιετικών να κινητοποιούν εφεδρείες σε τρομακτικές ποσότητες, ήταν κάτι που δεν θα μπορούσε να περιμένει κανείς, ουτε ο Χίτλερ φυσικά.

Από μια άποψη η Μάχη της Μόσχας, αλλά κι όλος ο πόλεμος, είχαν ήδη κριθεί από τον Αύγουστο, όταν άρχισαν να σχηματίζονται νέα τμήματα και ταξιαρχίες βαθιά στην κεντρική Ρωσία. Οι νέες μεραρχίες που μετακινήθηκαν ταχύτατα από τη Σιβηρία, αν και θα αποτελούσαν μόνο το 15–20% της δύναμης που υπερασπιζόταν τη Μόσχα, θα έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην έκβαση της Μάχης.

Μετά τις 15 Νοεμβρίου, ο Στάλιν έπρεπε να αποφασίσει τι θα κάνει. Ο Ζούκοφ ήθελε να γίνει αντεπίθεση, πιστεύοντας ορθώς ότι οι Γερμανοί ήταν στα όριά τους.

«Είσαι σίγουρος ότι μπορούμε να κρατήσουμε τη Μόσχα;»

Σύμφωνα με τον ίδιον τον Ζούκοφ, ο Στάλιν τον ρώτησε: «Είσαι σίγουρος ότι μπορούμε να κρατήσουμε τη Μόσχα; Σε ρωτάω με πόνο στην ψυχή μου. Μίλα ειλικρινά, σαν κομμουνιστής». Μετά τις εγγυήσεις του Ζούκοφ, ο Στάλιν συμφώνησε να απελευθερώσει μια σειρά από τις εφεδρικές μεραρχίες που συγκεντρώνονταν ανατολικά της Μόσχας. Ήταν μια απόφαση ζωής ή θανάτου: αν έπεφτε η Μόσχα, δεν θα υπήρχε άλλη γραμμή αντίστασης.

Το αποκορύφωμα της μάχης της Μόσχας ήρθε την πρώτη εβδομάδα του Δεκεμβρίου, καθώς εντάθηκαν οι αντεπιθέσεις από τις σοβιετικές δυνάμεις, κυρίως από τη Δυτική Ομάδα Στρατού του Ζούκοφ.

Οι Γερμανοί άρχισαν να υποχωρούν. Η Μόσχα είχε κρατηθεί, όπως υποσχέθηκε ο ίδιος στον Στάλιν.

Στις 12 Δεκεμβρίου η Μόσχα ανακοίνωσε: «Ως αποτέλεσμα της αντεπίθεσης που ξεκίνησε, οι εχθρικές δυνάμεις ηττήθηκαν και αποσύρονται γρήγορα, εγκαταλείποντας εξοπλισμό και όπλα, ενώ έχουν υποστεί τεράστιες απώλειες».

Μια τεράστια φωτογραφία του στρατηγού Ζούκοφ εμφανίστηκε στο πρωτοσέλιδο της Pravda, της εφημερίδας του Κομμουνιστικού Κόμματος, την επόμενη μέρα. Οι Γερμανοί δεν ήταν έτοιμοι να παραδεχτούν δημόσια την ήττα. Στις 10 Δεκεμβρίου, ο Χίτλερ είχε κάνει μια σημαντική ομιλία στην οποία δεν αναφέρθηκε καθόλου στην υποχώρηση του στρατού του, ενώ τα γερμανικά ΜΜΕ ξαφνικά σίγησαν για το θέμα της Μόσχας.

Οι στρατηγοί της πρώτης γραμμής, και οι άνδρες τους όμως, γνώριζαν πόσο απελπιστική είχε γίνει η θέση της Ομάδας Στρατού Κέντρου. Η μάχη της Μόσχας δεν τελείωσε την πρώτη εβδομάδα του Δεκεμβρίου. Η τελική φάση περιλάμβανε μια μακροχρόνια μάχη «κρυφτοπόλεμου» στα δάση δυτικά της σοβιετικής πρωτεύουσας.

Οι ηγέτες και των δύο πλευρών είχαν κατά νου την εμπειρία του Ναπολέοντα το 1812, όταν η υποχώρηση από τη Μόσχα τσάκισε τη Grande Armée και οδήγησε στην τελική ήττα της Γαλλίας. Έμενε να φανεί πόσο σκληρή θα ήταν η ήττα των Γερμανών. Ο παγωμένος καιρός έκανε τη θέση τους πιο δύσκολη.

Στις αρχές Δεκεμβρίου, ο Στάλιν ήταν απελπισμένος να κρατήσει την πρωτεύουσά του. Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 13, διέταξε τους ανώτερους στρατηγούς του να «παγιδεύσουν τον εχθρό… Να δώσουν στους Γερμανούς την ευκαιρία να παραδοθούν και να υποσχεθούν ότι θα τους σώσουν τη ζωή, κι αν δεν το κάνουν να τους καταστρέψουν μέχρι τον τελευταίο».

Την προηγούμενη μέρα, ο στρατηγός Χάλντερ είχε εκφράσει την κατάσταση με τους χειρότερους όρους: «Είναι σαφές για μένα ότι αυτή είναι η πιο επικίνδυνη στιγμή και των δύο παγκοσμίων πολέμων».

Ο γερμανικός στρατός επιβίωσε. Η κίνηση σε χειμερινές συνθήκες ήταν δύσκολη και για τις δύο πλευρές, ενώ τα νέα τμήματα του Κόκκινου Στρατού είχαν ελλειπή εκπαίδευση και περιορισμένο εξοπλισμό. Ο Χίτλερ έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτό, αναλαμβάνοντας την άμεση διοίκηση του στρατού. «Δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν μαζικές υποχωρήσεις», ανακοίνωσε στη διαταγή του στις 18 Δεκεμβρίου. «Τα στρατεύματα πρέπει να αναγκαστούν να προβάλουν φανατική αντίσταση στις θέσεις που καταλαμβάνουν».

Στα μέσα Φεβρουαρίου, ο Χίτλερ μπορούσε να πει στους διοικητές του στρατού του ότι «ο κίνδυνος μιας καταστροφής με την έννοια του 1812 είχε αποφευχθεί».

Ο Κόκκινος Στρατός συνέχισε να προελαύνει σε ένα ευρύ μέτωπο τον Φεβρουάριο, τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1942, αλλά σημείωσε μεγάλες απώλειες για λίγα κέρδη. Η μάχη της Μόσχας ήταν αποφασιστική, αλλά όχι με τον τρόπο που περίμεναν ο Χίτλερ και οι στρατηγοί του τον Σεπτέμβριο – και όχι με τον τρόπο που ήλπιζαν ο Στάλιν και ο Ζούκοφ μετά την πρώτη εβδομάδα του Δεκεμβρίου.

Σε επιχειρησιακό επίπεδο, η μάχη της Μόσχας δεν ήταν τόσο κακή για τη Βέρμαχτ όσο η μάχη του Στάλινγκραντ. Μετά τη Μόσχα, οι Γερμανοί έπρεπε να υποχωρήσουν περίπου στη γραμμή όπου είχαν αναπτυχθεί στις αρχές Οκτωβρίου.

Δεν θα έμπαιναν, όμως, ποτέ πιο βαθιά στην κεντρική Ρωσία από ό,τι τον Δεκέμβριο του 1941. Όταν ο Χίτλερ επιτέθηκε ξανά, τον Μάιο του 1942 στη νότια Ρωσία, είχε νέους στόχους: όχι την πλήρη ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας με ένα μόνο χτύπημα, αλλά την κατάληψη ζωτικών πόρων στον Καύκασο. Ήταν πλέον γι αυτόν ένας πόλεμος όχι επικράτησης, αλλά επιβίωσης.

Το blitzkrieg, ο «αστραπιαίος πόλεμος» είχε τελειώσει για πάντα. Η μάχη της Μόσχας είχε τερματίσει τον «πόλεμο της κίνησης» στο βόρειο και κεντρικό τμήμα του μετώπου, εκμηδενίζοντας τις πιθανότητες μιας γρήγορης γερμανικής νίκης.

Το Τρίτο Ράιχ δεν διέθετε το ανθρώπινο δυναμικό ή τους πόρους για να κερδίσει τον «πόλεμο φθοράς» στον οποίο βρέθηκε τώρα βυθισμένο.

Ο πόλεμος είχε ουσιαστικά τελειώσει.

ΠΗΓΗ: CNN Greece

…………………………………………..

Σχετικά …