Ηλιοβασιλέματα…Πώς το βασιλεύω σημαίνει δύω;

ΑΛΦΕΙΟΡΡΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ Η ΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΜΙΟΥ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Λέμε «ηλιοβασίλεμα» επειδή ο ήλιος κατά τη δύση του γίνεται κόκκινος, θυμίζοντας το χρώμα της πορφύρας που φορούσαν οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες, και έτσι «βασιλεύει» φορώντας τον «βασιλικό» του μανδύα. Η φράση αυτή είναι μοναδική στην ΝΕΟελληνική γλώσσα.
σ.σ.: Καμία άλλη γλώσσα δεν έχει τέτοιο ατόπημα!
 Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, γνωστή για την ακμή της και όχι για ηλιοβασίλεμα, κάτι που θα σήμαινε παρακμή ή τέλος.
Τρόμπα φιγούρα σαχλαμάρα κι άρπα κόλλα..

Τι εγραψε λοιπόν ο Βάρναλης:

Ο ήλιος βασιλεύει

Λέμε και ξαναλέμε αυτήν την μεταφορική έκφραση κάθε μέρα και πολλές φορές την ημέρα και σ’ όλους τους χρόνους του ρήμα­τος (βασιλεύει, βασίλευε, θα βασιλέψει, βασίλεψε, έχει βασιλέψει) με τη σημασία τού δύει κλπ. κι όμως κανένας δε στάθηκε μια στι­γμή ν’ αναρωτηθεί: πώς διάβολο το βασιλεύω σημαίνει δύω; Κι αυτό σημαίνει, επειδή η έκ­φραση αυτή είναι τόσο συχνή, όσο ol λέξεις ψωμί, νερό κλπ. που κανένας δεν αναρωτιέται επίσης α­πό πού βαστάει η σκούφια τους.

Κι όμως. Ενώ για όλες σχε­δόν τις λέξεις της παλιάς και τής σημερινής μας γλώσσας οι φιλό­λογοι και οι γλωσσολόγοι δώσανε την τελειωτική τους ερμηνεία (έ­στω μια πειστική ερμηνεία, που ισχύει «μέχρις αποδείξεως του ε­ναντίου»), για το βασιλεύω συνεχίζεται η συζήτηση και καμιά ερμηνεία δεν έχει επιβληθεί. Και μη νομίζετε πως μονάχα οι Έλληνες συζητούνε. Συζητούνε και οι ξένοι, το πρόβλημα λοιπόν έχει πάρει χαραχτήρα διεθνή. Γάλ­λοι, Ιταλοί, Γερμανοί, Ολλανδοί (όλοι ονόματα πρώτης) μπήκανε στη συζήτηση. Προσπαθούνε δη­λαδή να βρούνε πώς η σημασία του βασιλεύω (είμαι βασι­λιάς ή βρίσκομαι στις δόξες μου, ακμάζω) κατάντησε να σημαίνει το αντίθετο: σβήνω, χάνομαι κλπ.

Πρώτος ο Κοραής απόρεσε γι’ αυτήν την περίεργη σημασία του ρήματος: «Δεν ήθελ’ είσθαι βάρβαρον, αν εξεναντίας ελέγετο (το βασιλεύω) διά την ανατολήν του ηλίου. Ανατέλλων φαίνεται μάλλον ως βασιλεύς». «Άλλο δεν ημπορώ να εικάσω την ώραν ταύτην πλην, επειδή εις τον εσπερινόν, γινόμενον συνήθως κατά την δύσιν του ηλίου, ψάλλεται το: ο Κύριος εβασίλευσεν, ευπρέπειαν ενεδύσατο κλπ. η χυδαιότης (= ο ελληνικός λαός), απατηθείσα είπεν όχι μόνον βασιλεύει αντί του δύει ή δύνει, αλλ’ εσχημάτισε και ρηματικόν ουδέτερον βασίλευμα».

Ο Ν. Πολίτης δέχεται τη γνώμη του Κοραή, αλλά προσθέτει πως υπάρχει στη μεταφορική τού­τη έκφραση η μυθολογική εικόνα του βασιλικού μεγαλείου του ή­λιου πού δύει. Ο ήλιος εβασίλευσε σημαίνει: «ο ήλιος έγινε βασιλεύς, μεταβάς εις τα βασίλεια δώματα αυτού, κείμενα εν τη Δύσει».

Ο Φιλήντας το παράγει από το μπάση του ήλιου, που κατά τά ξόρκια (έμπα του ή­λιου) σημαίνει δύση του ήλιου. Εί­πανε λοιπόν μπασίλιεμα κι ύστερα από παρετυμολογία βασίλεμα.

Ο Καμπούρογλους, ο Χατζιδάκης, ο κ. Μ. Στεφανίδης, ο μέγας Κρέτσμερ, ο Έσσελιγκ, ο Γιοκλ, ο Σπίτσερ κι ένα σωρό άλλοι είπανε τη γνώμη τους. Καμιά δέν πείθει. Τελευταία ο κ. Μ. Κριαράς σε μια μικρή του μελέτη όπου εκθέτει την «ιστορία» του ζητηματος, προτείνει μια δική του ερμηνεία.

Το βασιλεύω στην Οινόη του Πόντου έχει τη σημασία του μεσουρανώ. Αυτήν τη σημασία την ήξερε κι ο Χατζιδάκης κι απ’ αυτήν προσπάθησε να βρει μιαν εξήγηση τραβηγμένην από τα μαλλιά. Κάτι αναλογη με τη σημασία του μεσουρανώ έχει το βασιλεύω στην Κρή­τη. Τα παιδιά λένε: ο αετός βασιλεύει = «ο χαρταετός μετεωρίζεται σταθερώς· είναι, ούτως ειπείν, βασιλεύς του στερεώ­ματος». Αυτήν τη σημασία την πήρε το ρήμα «εκ της παλαιότερον ευρέως γνωστής εκφράσεως: βασιλεύει ο ήλιος = είναι βασιλεύς, κύριος του στερεώ­ματος».

«Οι παλαιότεροι θα έλεγον: «ο ήλιος καθ’ όλην την ημέραν βασιλεύει». Περί αυτού δύσαντος θα έλεγον ότι «δεν βασιλεύει πλέον, ότι εβασίλευσε και ότι αύριον θα βασιλεύσει πάλιν. Εβασίλευσε (ληκτικός αόριστος· ένας αόριστος που σημαί­νει πώς μια ενέργεια τέλειωσε)`κατά ταύτα εσήμαινε: συνεπλήρωσε το ημερήσιον έργον του (ως βασιλέως) άρα έδυσε». Κάτι ανάλογο έλεγαν κι οι Ρωμαίοι για τους πεθαμένους: vixit = έζησε, δηλαδή τώρα δεν ζει πια, απέθανε.

Συνέβη δε, συνεχίζει ο κ. Κριαράς, το ρήμα βασιλεύω να λάβει την αντίθετον της σημασίας, ήν είχε πρότερον. Περίπτωσις τοιαύτης σημασιολογικής εξελίξεως δεν είναι συνήθης εις άλλα ρήμα­τα. Αλλά δυνάμεθα να εύρωμεν εν τη νέα ημών γλώσση ρήματα, τα οποία δι’ ομοίας επιδράσεως του ληκτικού αορίστου των εξειλίχθησαν σημασιολογικώς (πλαγιάζω = κατακλίνομαι κι ύστερα είμαι κλινήρης· μακρένω = απομακρύνομαι κι ύστερα είμαι μακράν).

Και τώρα ας κρίνει ο αναγνώστης αν το ζήτημα βασίλε­ψε (= τελείωσε) ή ακόμα βασιλεύει ( = μεσουρανεί)!

Κ. ΒΑΡΝΑΛΗΣ

ΠΗΓΗ