Ιράν ή Περσία, η χαμένη ελευθερία.

ΑΛΦΕΙΟΡΡΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΑΡΘΡΑ Η ΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΜΙΟΥ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ Χωρίς κατηγορία

Γράφει ο Νίκος Σάμιος

Ω Λευτεριά,  ως πότε στον βωμό σου θα θυσιάζουμε τις ζωές μας; Ελα, μην αργείς.

Περσική κραυγή, πάντα επίκαιρο παράπονο ψυχής….

Οι κραυγές >αζαντί < στο βίντεο:

σημαίνουν ελευθερία στα φαρσί (περσικά).

ANTΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Μερικοί θάνατοι λειτουργούν ως αφύπνιση για κοινωνίες ολόκληρες, μερικοί νεκροί δεν περνούν απαρατήρητοι. Η 22χρονη Αμίνι, η Ιρανή που άφησε την τελευταία της πνοή στα χέρια της αστυνομίας ηθών της Τεχεράνης την περασμένη εβδομάδα, στοιχειώνει το θεοκρατικό καθεστώς, που δυσκολεύεται ολοένα και περισσότερο να δικαιολογήσει όχι τον θάνατο της 22χρονης –αυτός δεν μπορεί εξ ορισμού να δικαιολογηθεί–, αλλά την ίδια την ύπαρξη της μονοθεϊστικής θεοκρατικής κακοήθειας. Αλλά ας δούμε την ΙΣΤΟΡΙΑ της Περσίας αναλυτικά.

Ιστορικά

η χώρα φιλοξενεί όπως και η Ελλάδα, έναν από τους παλαιότερους συνεχείς μεγάλους πολιτισμούς στον κόσμο, ο οποίος χρονολογείται περίπου 10.000 χρόνια.

Επιστρέφοντας στην Ασία, οι Πέρσες στρατηγοί, εκτελώντας τη διαταγή του Δαρείου, οδήγησαν σ’ αυτόν τους αιχμάλωτους Ερετριείς, που τους είχαν συλλάβει πριν από την απόβαση στον Μαραθώνα. Ο Δαρείος τους χάρισε τη ζωή και τους εγκατέστησε κοντά στα Σούσα. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι στην εποχή του ζούσαν στην ίδια περιοχή και κρατούσαν τη μητρική τους γλώσσα

Παντοδύναμε Δία, τώρα που έφτειρες
το περήφανο αμέτρητο στράτευμα
των Περσών, μες στα Σούσα κι Εκβάτανα
πένθος άπλωσες μαύρο.
Μύριες τώρα γυναίκες ξεσκίζουνε
με τ᾽ αδύναμα χέρια τους πέπλους των
και με δάκρυα ποτάμια ολομούσκευτους
πλημμυρούνε τους κόρφους των,
που όλες έχουνε μέρος στο πένθος.
Κι οι Περσίδες οι νύφες οι αβρόκλαυτες
να ιδούν πίσω ποθώντας τα ταίρια τους
τ᾽ απαλόστρωτ᾽ αφήνουν κρεβάτια τους
– αναγάλλια της ξέγνοιαστης νιότης των –
και θρηνούν με πιο αχόρταγο κλάμα.
Μα κ᾽ εγώ των αντρών που χαθήκανε
τιμή φέρνω στο θάνατο,
πολυπένθητο θάνατο αλήθεια. ΑΙΣΧΥΛΟΥ ΠΕΡΣΑΙ

Ονομασία. ῎Εθνος ἀνάδελφον;

Μέχρι και τον 20ό αιώνα η χώρα ονομαζόταν Περσία και αποτέλεσε κεντρικό σημείο της Αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών.

Φωτογραφία δεξιά: Περσέπολη, Φραβαχάρι επίσης γνωστό ως Φορουχάρι, είναι ένα από τα πιο γνωστά σύμβολα του Ιράν (Περσία) και του Ζωροαστρισμού, η κύρια θρησκεία του Ιράν πριν από τη μουσουλμανική κατάκτηση του Ιράν και του ιρανικού εθνικισμού, μέχρι σήμερα θεωρείται ιερό.

. Αυτό το θρησκευτικό-πολιτιστικό σύμβολο προσαρμόστηκε από τη δυναστεία Παχλαβί για να εκπροσωπήσει το ιρανικό έθνος. Στον σύγχρονο Ζωροαστρισμό, μία από τις ερμηνείες του Φραβαχάρι είναι ότι είναι μια αναπαράσταση της ανθρώπινης ψυχής και της ανάπτυξής της μαζί με έναν οπτικό οδηγό καλής συμπεριφοράς (ΕΥ ΖΕΙΝ)

Μετά την ισλαμική επανάσταση του 1979, απαγορεύτηκε από την κυβέρνηση από δημόσιους χώρους, προκειμένου να αποτρέψει την ανάμνηση της ζωής των ανθρώπων πριν από την επανάσταση. Ο λαός το λατρεύει και το έχουν σχεδόν όλοι.

Ετυμολογία/Στοιχεία

Ο Περσέας απόκτησε, με την Ανδρομέδα, εφτά παιδιά : τον Πέρση, τον Αλκαίο, τον Σθένελο, τον Έλειο, τον Γοργοφόνη και τον Ηλεκτρύωνα. Από τον γιό του Περσέα, τον Πέρση ο οποίος φέρεται και ως ο γενάρχης των Περσών, πήρε το όνομα της όχι μόνο η Περσέπολη αλλά και ολόκλη η Περσία, και  έτσι επικράτησε το όνομα των ηγετών της, Αχαιμενίδες.

Μετά την κατάρρευση της αυτοκρατορίας κατακτήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο, οπότε και ιδρύθηκε η Σελευκιδική Αυτοκρατορία, η οποία αποτέλεσε μέρος της Αυτοκρατορίας του Πάρθιου και των Σασσανιδών. Ωστόσο, παρά τις διαρκείς εισβολές από τους Ελληνες, τους Άραβες, τους Τούρκους και τους Μογγόλους, η εθνική ταυτότητα του Ιράν συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια των αιώνων και έχει εξελιχθεί ως ξεχωριστή πολιτική και πολιτιστική οντότητα. Κατά την περίοδο ακμής των Αράβων και την κατάκτηση της περιοχής του Ιράν, έχουμε την βίαια μουσουλμανική επικράτηση και τον τερματισμό της Αυτοκρατορίας των Σασσανιδών. Το γεγονός αυτό αποτελεί ένα σημείο καμπής στην Ιστορία του Ιράν και ο βάρβαρος εξισλαμισμός της περιοχής ολοκληρώθηκε στο τέλος της πρώτης χιλιετίας.

Σύγχρονη ιστορία

Το 1925 ο Ρεζά Σαχ Χαν Μιρπάντζ με πραξικόπημα ανέτρεψε την παρακμάζουσα δυναστεία των Χαζάρων και αυτοονομάστηκε σάχης=φασρσί, βασιλιάς. Η διακυβέρνησή του προώθησε την εκβιομηχάνιση της χώρας, τα σιδηροδρομικά δίκτυα, τις κατασκευές, αλλά και την καθιέρωση ενός εθνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Ο Ρεζά προσπάθησε να διατηρήσει τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην επιρροή της Βρετανίας και τη Ρωσσίας στη χώρα, αλλά με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι κληρονομικοί του δεσμοί με τη Γερμανία προκάλεσαν την επιφύλαξη των Βρετανών και των Ρώσσων. Το 1941 οι δύο αυτές χώρες ως σύμμαχοι κατέλυσαν τη χώρα με στόχο να χρησιμοποιήσουν το σιδηροδρομικό δίκτυο μεταφορών κατά τον πόλεμο, προκαλώντας παράλληλα την παραίτηση του σάχη υπέρ του γιου του, Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί.

Το 1951, ο Μοχάμεντ Μοσαντέκ  χαρισματικός ηγέτης, προσηλωμένος στην αρχή της συνταγματικής διακυβέρνησης, εκλέχθηκε πρωθυπουργός, και καθώς διέταξε την εθνικοποίηση της πετρελαϊκής βιομηχανίας στη χώρα, η δημοτικότητά του αυξήθηκε έντονα.

Η Βρετανία, με την πρωθυπουργία του Ουίνστον Τσόρτσιλ, ως αντίδραση επέβαλε εμπάργκο στο ιρανικό πετρέλαιο, βρίσκοντας σύμμαχο και τις ΗΠΑ, σε μία μυστική επιχείρηση ανατροπής του Μοσαντέκ. Με εντολή του πρόεδρου των ΗΠΑ, Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, η επιχείρηση Αίας ξεκίνησε, προκαλώντας τελικά τη σύλληψη του Μοσαντέκ τον Αύγουστο του 1953. Το πραξικόπημα αυτό αποτελεί την πρώτη φορά κατά την οποία οι ΗΠΑ ανέτρεψαν μία ξένη, δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση. Μετά την κατάλυση του πρωθυπουργού, η διακυβέρνηση του Παχλαβί έγινε ιδιαίτερα αυταρχική, και με τη βοήθεια των ΗΠΑ, ο σάχης κατάφερε να διχάσει την χώρα, επιβλήθηκε σε όλες τις μορφές πολιτικής αντιπαράθεσης με την πανίσχυρη εθνική μυστική υπηρεσία Σαβάκ.

Βγάλτε τα κλομπ και διαλύστε τους!“.

Στη Γερμανία και συγκεκριμένα στο Δυτικό Βερολίνο, στην καρδιά της διαιρεμένης Γερμανίας και της διχασμένης Ευρώπης του Ψυχρού πολέμου, με εμβληματικό σύμβολο της ακραίας σύγκρουσης των δυο πόλων το Τείχος του Βερολίνου, η επίσκεψη του σάχη του Ιράν πυροδότησε θύελλα αντιδράσεων και διαμαρτυριών. Ο 27χρονος φοιτητής Μπένο Όνεζοργκ αποφάσισε να συμμετάσχει για πρώτη φορά στη ζωή του σε διαδήλωση στις 2 Ιουνίου του 1967. Έχοντας διαβάσει στις εφημερίδες ρεπορτάζ για την απίστευτη κτηνωδία της Σαβάκ, της μυστικής υπηρεσίας του σάχη Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί του Ιράν, η οποία βασάνιζε ανελέητα και δολοφονούσε χωρίς δισταγμό τους αντιπάλους του τυραννικού καθεστώτος του Ιράν, ο Όνεζοργκ αισθάνθηκε την ανάγκη να διαδηλώσει την αποδοκιμασία του. Έτσι το βράδυ της μοιραίας ημέρας βρέθηκε μαζί με πλήθος αριστερών φοιτητών- μεταξύ των οποίων και ο Πέρσης  πατέρας της Ζάρα Βάγκενκνεχτ (η τύχη του μέχρι σήμερα, αγνοείται)-μπροστά στο κτίριο της Όπερας του Δυτικού Βερολίνου, όπου ο σάχης του Ιράν, που βρισκόταν σε επίσημη επίσκεψη στη Δυτική Γερμανία, επρόκειτο να παρακολουθήσει παράσταση. Τα πνεύματα ήταν ήδη οξυμμένα από το μεσημέρι, καθώς πράκτορες των ιρανικών μυστικών υπηρεσιών πραγματοποίησαν επιθέσεις με καδρόνια και μπίλιες από ρουλεμάν, εναντίον αντισαχικών διαδηλωτών, υπό τα απαθή βλέμματα των Γερμανών αστυνομικών. Στις 19.57, μόλις έκλεισαν οι πόρτες της Όπερας, ο Έριχ Ντούενζινγκ, αρχηγός της αστυνομίας, έδωσε την εντολή στους άνδρες του: “Βγάλτε τα κλομπ και διαλύστε τους!“. Με την εντολή αυτή οι αστυνομικοί επιτέθηκαν απροειδοποίητα μαινόμενοι επί τους πλήθους των διαδηλωτών και των περιέργων, τραυματίζοντας οποιονδήποτε βρισκόταν μπροστά τους. Ο Μπένο Όνεζοργκ, αιμόφυρτος από τα χτυπήματα και ανυπεράσπιστος, προσπάθησε να απομακρυνθεί από τον τόπο των επεισοδίων και κρύφτηκε στην πίσω αυλή κάποιου κοντινού κτιρίου. Σμήνος αστυνομικών τον περικύκλωσε. Ο 40χρονος βαθμοφόρος της αστυνομίας Καρλ Χάιντς Κούρας έβγαλε το περίστροφό του και τον δολοφόνησε εν ψυχρώ, πυροβολώντας τον στο πίσω μέρος του κρανίου ενώ βρισκόταν πεσμένος στα γόνατα, μπροστά από το δημαρχείο Σένεμπεργκ του Δυτικού Βερολίνου. Ο άτυχος φοιτητής ξεψύχησε λίγα λεπτά αργότερα στο νοσοκομείο Μοαμπίτ του Δυτικού Βερολίνου. Η σορός του Όνεζοργκ μεταφέρθηκε συνοδεία χιλιάδων αυτοκινήτων από το Δυτικό Βερολίνο στη γενέτειρά του, κοντά στην πόλη του Αννόβερου, όπου και θάφτηκε

Στις 2 Μαΐου του 1961, χιλιάδες Ιρανοί καθηγητές και φοιτητές διαδήλωσαν μπροστά στο κτίριο του Κοινοβουλίου στην Τεχεράνη απαιτώντας αυξήσεις μισθών πέραν εκείνων που πρόσφερε η κυβέρνηση. Στα αιτήματα των διαδηλωτών δεν ήταν μόνο οι αυξήσεις, αλλά και οι καταγγελίες για όργιο νοθείας στις εκλογές του Ιανουαρίου, ενώ μόνο ένα όνομα ακουγόταν συχνά από το πλήθος: εκείνο του πρώην πρωθυπουργού Μοσαντέκ. Η αστυνομία απάντησε με καταιγισμό πυρών. Όταν σίγησαν τα όπλα, ένας καθηγητής ήταν νεκρός και τρεις βαριά τραυματισμένοι. Την επομένη το πλήθος που συγκεντρώθηκε ήταν ακόμα μεγαλύτερο -ξεπερνούσε τα 30.000 άτομα- και στις 5 Μαΐου η κυβέρνηση εξαναγκάστηκε σε παραίτηση.

Ισλαμική επανάσταση

Ενεργός κριτής της επονομαζόμενης «λευκής επανάστασης» που εν μέρει αποσκοπούσε και στην αποτροπή εκδήλωσης μιας «κόκκινης» (κομμουνιστικής, μη θεοκρατικής) επανάστασης, του σάχη έγινε ο Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί,  μη περσικής καταγωγής-γεννήθηκε στο χωριό Χομέιν, του οποίου το όνομα υιοθέτησε ως επώνυμο- οποίος αποκήρυξε δημόσια την εξουσία του σάχη. Ο Χομεϊνί συνελήφθη και φυλακίστηκε για 18 μήνες, και μετά την αποφυλάκισή του το 1964 άσκησε έντονη δημόσια κριτική στην κυβέρνηση των ΗΠΑ. Ο σάχης υποχρεώθηκε να τον εξορίσει αρχικά στην Τουρκία, στη συνέχεια στο Ιράκ, και τελικά στη Γαλλία, χωρίς όμως να αλλάξει τη δημόσια κριτική που ασκούσε.
Η Ιρανική Επανάσταση, ή αλλιώς γνωστή ως Ισλαμική επανάσταση, ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1978, με τις πρώτες μεγάλες διαδηλώσεις ενάντια στην εξουσία του σάχη. Μετά από συνεχόμενες απεργίες και διαμαρτυρίες που παρέλυαν την οικονομία της χώρας, ο σάχης εγκατέλειψε το Ιράν τον Ιανουάριο του 1979, και ο Αγιατολάχ Χομεϊνί επέστρεψε στην Τεχεράνη από την εξορία. Η δυναστεία των Παχλαβί κατέρρευσε δέκα ημέρες αργότερα, στις 11 Φεβρουαρίου, όταν ο στρατός του Ιράν παρέμεινε ουδέτερος στην πολιτική διαμάχη, μετά από συρράξεις ανταρτών και στρατιωτών πιστών στο σάχη. Την 1η Απριλίου του 1979, το Ιράν έγινε και επίσημα ισλαμική δημοκρατία με τη διεξαγωγή εθνικού δημοψηφίσματος, καθώς ο λαός δεν άντεχε πλέον την μοναρχία και έτσι πέρασε η Περσία από την πολιτική μοναρχία σε θεοκρατική μοναρχία, με τους ισλαμιστές να παγιώνουν τη θέση τους εξαλείφοντας –με κάθε τρόπο– τους αντιπάλους τους.

Το Δεκέμβριο του 1979, η χώρα ενέκρινε το σύνταγμα της Ισλαμικής Δημοκρατίας με το οποίο ο Χομεϊνί έγινε ανώτατος αρχηγός της χώρας. Η ταχύτητα και η επιτυχία της επανάστασης προκάλεσε εντύπωση σε όλο τον κόσμο, καθώς δεν συνοδεύτηκε άμμεσα από πολεμικές αποτυχίες, οικονομική κρίση ή αγροτική επανάσταση.
Οι σχέσεις του Ιράν με τις ΗΠΑ διαβρώθηκαν ταχύτατα κατά την επανάσταση, καθώς στις 4 Νοεμβρίου του 1979 μία ομάδα Ιρανών φοιτητών κατέλαβαν την αμερικανική πρεσβεία στην Τεχεράνη. Με το επιχείρημα ότι η CIA προσπάθησε να ανατρέψει τη νέα κυβέρνηση του Ιράν, κράτησαν ομήρους το προσωπικό της πρεσβείας, ενώ ο Χομεϊνί, αν και δεν είχε εμπλακεί στην υλοποίηση της κατάληψης, υποστήριξε τους φοιτητές μετά την επιτυχία τους. Αν και οι περισσότεροι από τους ομήρους -κυρίως γυναίκες και αφροαμερικανοί- απελευθερώθηκαν τους πρώτους μήνες της κατάληψης, οι υπόλοιποι 52 όμηροι κρατήθηκαν για συνολικά 444 ημέρες. Η κυβέρνηση του Τζίμι Κάρτερ προσπάθησε χωρίς επιτυχία να διαπραγματευτεί την απελευθέρωση των Αμερικανών πολιτών, αλλά τελικά η ομηρία έληξε τον Ιανουαρίου του 1981 με την

«Καναδική Τρέλα» που γέννησε το «Argo»

 Η καναδική σημαία κυμάτιζε σε όλη την επικράτεια των Ηνωμένων Πολιτειών με τεράστια πανό που έγραφαν «Καναδά, σ’ ευχαριστούμε».

και με τη διακήρυξη του Αλγερίου και η οποία, μεταξύ άλλων, προέβλεπε πως οι ΗΠΑ δεν θα αναμιγνύονταν στρατιωτικά ή πολιτικά στις εσωτερικές υποθέσεις του Ιράν. Η κατάληξη της κρίσης χαρακτηρίστηκε ως ήττα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ έχοντας αρνητικές επιπτώσεις στην υποψηφιότητα του τότε προέδρου Τζίμι Κάρτερ. Οδήγησε στη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσιγκτον, σηματοδοτώντας παράλληλα την έναρξη μιας έντονης και μακράς περιόδου εχθρότητας μεταξύ των δύο χωρών, μέχρι σήμερα.

Το θεοκρατικό καθεστώς του Ιράν είναι η ντροπή της Περσίας.

Αλλά υπάρχει και η θεοκρατική ντροπή της Ευρώπης