Ο Ντόναλντ Τραμπ αρνείται όπως και την περασμένη φορά στη θητεία του να πάρει τον προεδρικό μισθό των ΗΠΑ. (ΒΙΝΤΕΟ)
Και ο Ι. Καποδίστριας όπως και ο Ντόναλντ Τραμπ κατάφεραν να αρνηθούν δύο φορές (!) τον προτεινόμενον προεδρικό μισθό από τη Βουλή- των Ελλήνων και Αμερικανών αντιστοίχως .
Ο δε Ι. Καποδίστριας επίσης αρνήθηκε χρηματική αποζημίωση από τον Τσάρο . Τώρα πού τσαροι…
Τον Καποδίστρια τον δολοφόνησαν και μετά …σωθήκαμε…
Ο Ι. Καποδίστριας την πρώτη φορά αρνήθηκε το μισθό αμέσως μετά την έλευση του στην Ελλάδα προκειμένου να αναλάβει τα καθήκοντά του. Το Πανελλήνιον, το βουλευτικό σώμα που υπήρχε, αποφάσισε τον Μάιο του 1828 να του προσδιορίσει μισθό, μαζί με τη μισθοδοσία των μελών της κυβέρνησης και άλλων αξιωματούχων του μικρού κράτους, που επιχειρούσε να ανασυγκροτηθεί από τα ερείπιά του. Στις 4 Μαΐου 1828 έστειλε στον Κυβερνήτη τον κατάλογο της μισθοδοσίας. Στις 27 Μαΐου από το νησί του Πόρου, όπου βρισκόταν, ο Καποδίστριας απαντούσε: «Αν μέλλωμεν, Κύριοι, να προσμένωμεν μόνον από τα συντρίμματα των δημοσίων προσόδων, είπετέ μοι υμείς αυτοί ποία τις έσται η ευπορία της κυβερνήσεως προς το μισθοδοτήσαι τους του κοινού υπηρέτας;»
Και στην ίδια απαντητική επιστολή, με την οποία έκανε περικοπές στη μισθοδοσία των κυβερνητικών στελεχών αλλά και άλλων λειτουργών, αρνιόταν πρώτη φορά το δικό του μισθό, γράφοντας σχετικά: «Ουδέ θέλω τελειώση (σ. «Π»: την επιστολή) χωρίς να σας εκφράσω πάσαν μου την ευγνωμοσύνην ότι εφροντίσατε και περί της αντιμισθίας του Κυβερνήτου. Ταύτην εγώ όσον από μέρους μου παραιτώ, μακαριώτατος εσόμενος αν εν δεξιωτέτοις καιροίς το γένος δυνηθή να με προσφέρη τους τρόπους του υπηρετείν αυτό όπως επιποθούθεν εγώ τε και υμείς».
Η επιστολή υπάρχει στο δεύτερο τόμο του τετράτομου έργου με τον τίτλο «Επιστολαί Ι. Α. Καποδίστρια Κυβερνήτου της Ελλάδος», που κυκλοφόρησε την περίοδο 1841-43 περιλαμβάνει την αλληλογραφία του Καποδίστρια, από τις 8 Απριλίου 1827, μέχρι τις 26 Σεπτεμβρίου 1831, λίγες δηλαδή μέρες πριν τη δολοφονία του.
Η δεύτερη άρνησή του έγινε 15 μήνες αργότερα, κατά τη Δ΄ Εθνική Συνέλευση, που έγινε στο Άργος τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Η Συνέλευση δεχόταν συνεχώς αιτήματα διαφόρων περιοχών για μισθοδοσία κλάδων ή κατοίκων οικισμών με την αιτιολογία της συμμετοχής στον αγώνα του 1821. Και το Σώμα, όπως και προηγουμένως το Πανελλήνιον, αποφάσιζε να χορηγούνται οι μισθοί από το κρατικό ταμείο όταν ληφθεί το δάνειο που είχε ζητήσει ο Καποδίστριας από τις μεγάλες δυνάμεις. Παράλληλα, με το Θ΄ ψήφισμά της, είχε αποφασίσει τη μισθοδοσία του Κυβερνήτη, ο οποίος όμως την αρνήθηκε και πάλι, με έγγραφό του στις 4 Αυγούστου 1829. Η άρνηση του Καποδίστρια έχει καταγραφεί στα πρακτικά της συνεδρίασης της 5ης Αυγούστου, με την οποία ολοκληρώθηκαν οι εργασίες της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης. Τα πρακτικά όλων των εργασιών της Συνέλευσης του Άργους εκδόθηκαν σε ειδικό τόμο. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, διαβάστηκε η επιστολή Καποδίστρια και μʼ αυτήν ολοκληρώθηκαν οι εργασίες. «Ανεγνώσθη τελευταίον έγγραφον της Α.Ε. υπʼ Αρ. 81 των εισερχομένων, αναφορικόν προς το υπʼ Αρ. Θ΄ψήφισμα προσδιορίζον τα ετήσια έξοδα της Α.Ε. ως Αρχηγού της επικρατείας, δι ου παρασταίνων την δυστυχίαν της πατρίδος, την ένδειαν των εθνικών πόρων, αποφεύγει το να δεχθή την προσφερομένην ποσότητα αρκούμενος εις τα ιδιαίτερα χρηματικά μέσα, εφʼ όσον ταύτα εξαρκούσιν εις τας ιδιαιτέρας χρείας, έως ότου η πατρίς φθάσασα εις την χρηματικήν στάσιν, την οποίαν υπόσχεται η εθνική ανεξαρτησία, δυνηθή νʼ αποδώση εις την Α.Ε. τα προκαταβαλλόμενα».
Η απάντηση – δίδαγμα για όσους υπηρετούν τα κοινά
Τι είχε απαντήσει όμως ακριβώς ο Καποδίστριας στις 4 Αυγούστου 1829 προς την Εθνοσυνέλευση; Μια απάντηση συγκλονιστική, ένα μήνυμα που θα έπρεπε να είναι οδηγός σε κάθε άνθρωπο που επιθυμεί να διαχειριστεί, ως προσφορά στο κοινωνικό σύνολο, τις κοινές υποθέσεις:
«Ευτυχείς διότι ηδυνήθημεν να προσφέρωμεν δι αυτό το τόσον θεάρεστον έργον τα λείψανα της μετρίας καταστάσεώς μας εις το θυσιαστήριον της πατρίδος!
Μʼ όλον ότι μακράν απέχομεν του να φρονώμεν ότι το έθνος δεν θέλει δυνηθή οψέποτε να μας τα αποδώση, θέλομεν όμως έως τότε να αποφύγωμεν, όσον το δυνατόν, το να καταβαρύνωμεν έτι μάλλον την χρηματικήν του στάσιν, απαιτούντες την απόδοσιν των όσων προκατεβάλομεν.
Δια τον αυτόν τούτον λόγον θέλομεν αποφύγει και ήδη το να δεχθώμεν την προσδιοριζομένην ποσότητα δια τα έξοδα του αρχηγού της επικρατείας, απεχόμενοι,, εν όσω τα ιδιαίτερά μας χρηματικά μέσα μας εξαρκούσιν από του να εγγίσωμεν μέχρι και οβολού τα δημόσια χρήματα προς ιδίαν ημών χρήσιν.
Ελπίζομεν ότι, όσοι εξ υμών μεθέξωσι μετά της κυβερνήσεως εις την προσωρινήν Διοίκησιν καθώς και οι λοιποί των πολιτών, όσοι προσκληθώσιν επί τούτω θέλουν γνωρίσει μεθʼ ημών, ότι εις τας παρούσας περιστάσεις οι εν δημοσίοις υπουργήμασι δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγους με τον βαθμό του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλʼ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η κυβέρνησις εις την εξουσίαν της».
Η απάντηση αυτή από έναν κυβερνήτη είναι μοναδική στην ελληνική ιστορία και ο μοναδικός κυβερνήτης που αρνήθηκε το μισθό του.
Ολόκληρη η ιστορική επιστολή του Καποδίστρια, όπως τη δημοσίευσε στις 4 Αυγούστου 1829 η «Γενική Εφημερίς της Ελλάδος» και αναδημοσιεύτηκε στον τρίτο τόμο των «Επιστολών» έχει ως εξής:
«Προς την Δ΄ Εθνικήν Συνέλευσιν
Άργει, 4 Αυγούστου 1829.
Το υπʼ αρ. 9 και από 1 Αυγούστου ψήφισμα, το οποίον μας διεύθυνεν αρτίως η συνέλευσις, προσδιορίζει τα έξοδα του αρχηγού της επικρατείας.
Δι αυτού τούτου του ψηφίσματος η συνέλευσις επέστησε την προσοχήν της εις το ολίγον εκείνο, το οποίον ηδυνήθημεν να πράξωμεν αυτοί καθʼ εαυτούς, δια να αποδείξωμεν ότι οι Έλληνες μόνον με τας θυσίας των, και όχι δια προσωπικών πλεονεκτημάτων, δύνανται να φθάσουν εις τον βαθμόν, τον οποίον υπόσχονται προς αυτούς η εθνική ανεξαρτησία και η ελευθερία.
Ευτυχείς διότι ηδυνήθημεν να προσφέρωμεν δι αυτό το τόσον θεάρεστον έργον τα λείψανα της μετρίας καταστάσεώς μας εις το θυσιαστήριον της πατρίδος!
Μʼ όλον ότι μακράν απέχομεν του να φρονώμεν ότι το έθνος δεν θέλει δυνηθή οψέποτε να μας τα αποδώση, θέλομεν όμως έως τότε να αποφύγωμεν, όσον το δυνατόν, το να καταβαρύνωμεν έτι μάλλον την χρηματικήν του στάσιν, απαιτούντες την απόδοσιν των όσων προκατεβάλομεν.
Δια τον αυτόν τούτον λόγον θέλομεν αποφύγει και ήδη το να δεχθώμεν την προσδιοριζομένην ποσότητα δια τα έξοδα του αρχηγού της επικρατείας, απεχόμενοι,, εν όσω τα ιδιαίτερά μας χρηματικά μέσα μας εξαρκούσιν από του να εγγίσωμεν μέχρι και οβολού τα δημόσια χρήματα προς ιδίαν ημών χρήσιν.
Οψέποτε δε βιασθώμεν εις τούτο, εξαντληθέντων διόλου των ιδιαιτέρων ημών πόρων, τότε θέλομεν καταφύγει εις το δημόσιον ταμείον, πλην μόνον δια τα έξοδα, όσα απαιτεί η εκτέλεσις των καθηκόντων μας.
Αλλά προς τούτο, καθώς μετεχειρίσθημεν άχρι τούδε, απαραλλάκτως θέλομεν μεταχειρισθή και εις το εξής ακριβεστάτην οικονομίαν· καθότι αποστρέφομεθα το να προμηθεύωμεν ημάς αυτούς τας αναπαύσεις του βίου, αι οποίαι προϋποθέτουσι την ευπορίαν, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων, περικυκλωμένοι από πληθύν ολόκληρον ανθρώπων βυθισμένων εις την εσχάτην αμηχανίαν.
Τα αισθήματα ταύτα, τα συναισθάνεσθε, κύριοι, και σεις οι ίδιοι, και το απεδείξατε εμπράκτως, εκτελούντες αμισθί τα καθήκοντα των πληρεξουσίων του έθνους.
Ελπίζομεν ότι, όσοι εξ υμών μεθέξωσι μετά της κυβερνήσεως εις την προσωρινήν Διοίκησιν καθώς και οι λοιποί των πολιτών, όσοι προσκληθώσιν επί τούτω θέλουν γνωρίσει μεθʼ ημών, ότι εις τας παρούσας περιστάσεις οι εν δημοσίοις υπουργήμασι δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγους με τον βαθμό του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλʼ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η κυβέρνησις εις την εξουσίαν της».
Η περιουσία του Καποδίστρια
Δεν είναι όμως μόνο αυτό το μήνυμα που μπορεί να πάρει η ελληνική πολιτική ηγεσία από την ιστορία. Ο Καποδίστριας, όπως προαναφέρθηκε, διέθεσε όλη την προσωπική του περιουσία τόσο στον αγώνα όσο και στην αναδιοργάνωση του ελληνικού κράτους. Στον οικονομικό απολογισμό που παρου- σίασε ο ίδιος στο πλαίσιο της εναρκτήριας ομιλίας του στην Εθνική Συνέλευση τους Άργους, στις 11 Ιουλίου 1829, ανέφερε ότι μετά την έλευση του ως Κυβερνήτης διέθεσε περίπου 800.000 γρόσια για την οικοδόμηση της Ελλάδας και του ορφανοτροφείου για τα παιδιά των αγωνιστών που έπεσαν στην επανάσταση, ενώ για την ενίσχυση των στρατευμάτων της Δυτικής Ελλάδας είχε ήδη διαθέσει, στη διάρκεια του αγώνα άλλα 212.000 γρόσια. Αυτά, όπως είπε στον εναρκτήριο λόγο του, ήταν «τα μείναντα υστερινά λείψανα της περιουσίας μας»
-Επιστολαί Ι.Α. Καποδίστρια, Κυβερνήτου της Ελλάδος, τόμοι Α-Β,Γ-Δ, Αθήνησιν 1841, 1842
-Πρακτικά της εν Άργει Εθνικής Τετάρτης των Ελλήνων Συνελεύσεως, εν Αιγίνη, 1829
-Ανατύπωσις των εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως νόμων διαταγμάτων κλπ από έτους 1843- 1854, τόμος Β΄, Εν Αθήναις 1866
-Το Βασίλειον της Ελλάδος και η Ελληνική Ολομέλεια. Υπό****, περίοδος πρώτη 1833-1843, εν Κερκύρα, 1862 .