Καθώς η Γερμανία μπαίνει σιγά-σιγά σε εκλογικό mood : Αγωνία Σολτς ενόψει των εκλογών στο Βραδεμβούργο: θα διεξαχθούν στις 22 Σεπτεμβρίου…
Απίστευτη σημερινή ατάκα του Λίντνερ (FDP) σε σηματοδότη Σολτς σε συνέντευξη η αναφορά στον Γκένσερ
για την υπόθεση τον Οκτώβριο του 1982
Αλλαγή φρουράς χωρίς εκλογές
Μια και επρόκειτο για την πρώτη απομάκρυνση καγκελαρίου στην έως τότε 33χρονη Ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της ψηφοφορίας για την πρόταση δυσπιστίας (1.10.1982) προηγήθηκε φορτισμένη πεντάωρη συζήτηση στην Μπούντεσταγκ (Κάτω Βουλή). Οι κατηγορίες του Σμιτ στράφηκαν κατά των πρώην κυβερνητικών εταίρων του (FDP), με τους οποίους οι Σοσιαλδημοκράτες συγκυβερνούσαν επί 13 χρόνια (1969-1982). Ο Σμιτ μάλιστα υπενθύμισε ότι δύο χρόνια νωρίτερα, στις εθνικές εκλογές του 1980, Σοσιαλδημοκράτες και Ελεύθεροι Δημοκράτες είχαν λάβει από κοινού λαϊκή εντολή για συνέχιση της κυβερνητικής συνεργασίας, ενώ δεν παρέλειψε να κατηγορήσει την ηγεσία των Ελεύθερων Δημοκρατών, που μετά το 1982 αποτέλεσε πλέον κυβερνητικό εταίρο των Χριστιανοδημοκρατών, για ανήθικη συμπεριφορά με σκοπό να διατηρηθεί το FDP στην εξουσία.
Ως εκ τούτου η διάλυση της συνεργασίας του Σμιτ με τον πρόεδρο του κόμματος των Ελεύθερων Δημοκρατών, Χανς – Ντίτριχ Γκένσερ, επέφερε το τέλος της σχεδόν εννιάχρονης πρωθυπουργικής θητείας του 64χρονου τότε ηγέτη των Σοσιαλδημοκρατών, με την υπερψήφιση της πρότασης δυσπιστίας που είχε κατατεθεί από τον συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών (CDU – CSU) – Ελεύθερων Δημοκρατών. Καθώς οι Φιλελεύθεροι δεν αποχώρησαν απλά από τον κυβερνητικό συνασπισμό αλλά συγκρότησαν κυβερνητική συμμαχία με το CDU, διασφάλισαν ταυτόχρονα την «αλλαγή φρουράς» μεταξύ του Χέλμουτ Σμιτ και του ηγέτη των Χριστιανοδημοκρατών Χέλμουτ Κολ στην καγκελαρία. Σύμφωνα με το δυτικογερμανικό σύνταγμα, για να ανατραπεί μια κυβέρνηση έπρεπε να εγκριθεί η λεγόμενη «δημιουργική πρόταση δυσπιστίας», δηλαδή να υπάρξει όχι μόνον πλειοψηφία για την πτώση της υπάρχουσας κυβέρνησης, αλλά και για την ανάδειξη νέας. Αυτό πέτυχαν οι Χριστιανοδημοκράτες και ο Χέλμουτ Κολ τον Οκτώβριο του 1982.
Ο Οσκαρ Λαφοντέν
Βέβαια, η εντεινόμενη διάσταση απόψεων μεταξύ SPD και FDP δεν περιοριζόταν μόνο σε θέματα οικονομίας και κοινωνικής πολιτικής. Η κυβέρνηση συνασπισμού είχε επιπλέον να αντιμετωπίσει τις διαμάχες εντός του SPD, καθώς, όχι μόνο η αριστερή πτέρυγα των Σοσιαλδημοκρατών, αλλά η πλειονότητα των μελών αντιδρούσε στην εγκατάσταση πυραύλων μέσου βεληνεκούς επί γερμανικού εδάφους, στο πλαίσιο της λεγόμενης «διπλής απόφασης» (dual-track decision) του ΝΑΤΟ για τον εκσυγχρονισμό του πυρηνικού οπλοστασίου. Η εξέλιξη αυτή ήταν ιδιαίτερα οδυνηρή για τον Χέλμουτ Σμιτ, καθώς είχε πρωτοστατήσει στις διαπραγματεύσεις με την αμερικανική κυβέρνηση για την εγκατάσταση ευρωπυραύλων. Μάλιστα ο Σμιτ ήρθε από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 αντιμέτωπος με μαζικές διαδηλώσεις που οργάνωσαν σε πολλές γερμανικές πόλεις τα αντιπυρηνικά – φιλειρηνικά κινήματα της εποχής, με βασικό αίτημα την ακύρωση της εγκατάστασης των αμερικανικών πυραύλων. Στις δε εκδηλώσεις του φιλειρηνισμού συμμετείχαν ακόμη και προβεβλημένα στελέχη των Σοσιαλδημοκρατών, όπως ο Ερχαρτ Επλερ, ο Οσκαρ Λαφοντέν ή ακόμη και o πρώην καγκελάριος Βίλι Μπραντ. Ολόκληρο το άρθρο ΕΔΩ