Η ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΒΟΛΕΜΕΝΩΝ > Κείμενο του Βασίλη Ραφαηλίδη

ΑΡΘΡΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΒΟΛΕΜΕΝΩΝ

Βουλή είναι ο τόπος όπου κάποιοι άνθρωποι βουλεύονται (προσοχή: όχι βολεύονται). Δηλαδή, συσκέπτονται (σκέφτο­νται μαζί), συζητούν (ζητούν, ψάχνουν μαζί), μελετούν και παίρνουν αποφάσεις από κοινού για πράγματα κοινά. Για να συμβεί κάτι τέτοιο πρέπει αυτοί οι άνθρωποι να βούλο­νται (να έχουν βούληση δική τους). Το δυο ρήματα, βουλεύω και βούλομαι, έχουν κοινή ρίζα. Κι αυτό σημαίνει πως δεν μπο­ρείς να βουλεύεις αν δεν βούλεσαι, δεν μπορείς θα αποφασί­ζεις αν δεν έχεις τη θέληση να αποφασίζεις.

Κατά τεκμήριο, λοιπόν, οι βουλευτές είναι άνθρωποι που έ­χουν βούληση. Όμως τούτη τη βούληση δεν την χρησιμο­ποιούν ασίκικα και κατά το κέφι τους, όπως συχνά συμβαί­νει στην ελληνική Βουλή, αλλά για να ενεργοποιήσουν τη σκέ­ψη τους ώστε μαζί με την ενεργοποιημένη σκέψη των άλλων βουλευτών, να βρουν τελικά κάποια άκρη στα κοινά προβλή­ματα που απασχολούν μια κοινωνία που τους επέλεξε, γιατί υποτίθεται σκέφτονται καλύτερα, βούλονται περισσότερο και συνεπώς βουλεύονται επιτυχέστερα.

Οι αρχαίοι μας πρόγονοι που εφεύραν τη λέξη βουλή της κόλλησαν δίπλα και το επίθετο “κράτιστος”, που είναι ο υπερ­θετικός βαθμός του καλός και που σημαίνει καλότατος. Έτσι, η Βουλή των Αθηναίων, αυτό το ανεπανάληπτο δημιούργημα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, δεν ήταν απλώς μια Βουλή, αλ­λά η “Βουλή των κρατίστων”. Ό χ ι των καλύτερων (συγκρι­τικός βαθμός του επιθέτου) αλλά των καλότατων (υπερθε­τικός βαθμός του επιθέτου). Μ’ άλλα λόγια οι βουλευτές τότε δεν ήταν οι συγκριτικά καλύτεροι πολίτες, σε σχέση με κάποιους άλλους που δεν ήταν και τόσο καλοί. Ήταν οπωσδή­ποτε καλότατοι άνευ συγκρίσεως με ο,τιδήποτε. Η απολυτό­τητα του υπερθετικού βαθμού δεν είχε παραχωρήσει ακόμα τη θέση της στην χαλαρότητα του συγκριτικού βαθμού, όπως γίνεται ολοένα και περισσότερο στις μέρες μας. Κι αυτό σημαί­νει πως ο Αθηναίος βουλευτής, ήταν δεν ήταν καλός εκτός Βουλής, όταν έμπαινε σ’ αυτήν γινόταν, ήθελε δεν ήθελε. Μ’ άλλα λόγια, δεν του επιτρεπόταν να είναι κακός, κι ας εκλεγό­ταν πάντα με κλήρωση μέσα απ’ την μάζα των πολιτών.

Οι θεσμοί λειτουργούσαν τότε με έναν τρόπο τόσο μεγαλειώδη, που και τον κακό τον μετέτρεπαν αυτόματα σε καλό, απ’ τη στιγμή που η τύχη τον οδηγούσε μέσα σ’ έναν άριστο θεσμό που λειτουργούσε άψογα.
Ποιος θα μπορούσε να πει το ίδιο και για τους σημερινούς Έλληνες βουλευτές, που ωστόσο, ακόμα και μέσα στη Βου­λή τολμούν και ισχυρίζονται πως είναι απόγονοι ενδόξων προγόνων; Κάποτε θα πρέπει να μάθουν και οι βουλευτές μας, κυρίως οι δεξιοί, αρχαία ελληνική Ιστορία σε ειδικά σε­μινάρια εντός της Βουλής και επί ποινή οριστικής αποβολής απ’ το “σώμα”, αν επιτέλους δεν κατανοήσουν πόσο σπουδαίο πράγμα είναι να είσαι βουλευτής με την αρχαιοελληνική έν­νοια.

Οι περισσότερο συνετοί από μας Ευρωπαίοι, δεν βεβηλώνουν τη λέξη Βουλή, που την αφήνουν να αναπαύεται ήσυ­χη στο λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Απ’ το Με­σαίωνα ακόμα χρησιμοποιούν αντ’ αυτής την περίεργη λέξη parlamentum που είναι λατινοποιημένη μορφή του γαλλικού ρήματος parler, που σημαίνει μιλώ. Κατά τρόπο γλωσσολογικά απροσδόκητο η λέξη αυτή πήδηξε απ’ τα γαλ­λικά στα λατινικά (ο κανόνας είναι το αντίστροφο) ίσως όχι μόνο γιατί οι Γάλλοι μιλούν πολύ, αλλά κατά πάσαν πιθανότη­τα διότι στη Γαλλία υπάρχει μεγάλη συντεχνιακή παράδοση.

Πράγματι, ο θεσμός της Βουλής στη σημερινή της εκδοχή δεν είναι, βέβαια, μια ιστορική συνέχεια της Βουλής των Αθη­ναίων, αλλά μια μετεξέλιξη των μεσαιωνικών συντεχνιών, όπου οι άνθρωποι που ασκούν το ίδιο επάγγελμα μαζεύο­νται και κουβεντιάζουν τα προβλήματα τους. Απ’ το Μεσαίω­να ακόμα, το parlamentum ήταν μια μάζωξη ανθρώπων οιονεί τοξική, όπως θα λέγαμε με σύγχρονη γλώσσα. Τα παρλαμέντα δεν απαγορεύτηκαν ποτέ από κανέναν, γιατί είναι χρήσιμα κάτω από οποιοδήποτε κοινωνικό καθεστώς: Κανείς ποτέ δεν ενόχλησε αυτόν που κουβεντιάζει με συνα­δέλφους του τα επαγγελματικά του προβλήματα. Το θέμα για την εκάστοτε εξουσία είναι να μην αρχίσουν να κουβεντιά­ζουν στα παρλαμέντα και προβλήματα άσχετα προς τα επαγ­γελματικά. Όταν “κοιτάς τη δουλειά σου” είσαι πάντα αποδε­κτός απ’ όλα τα συστήματα, όπως θα μπορούσε να βεβαιώσει ο κάθε χαμελαίων κάθε εποχής. Τα πράγματα δυσκολεύουν, και για σένα προσωπικά και για την εξουσία, όταν δεν κοιτάς τη δουλειά σου. Ή μάλλον όταν εξαρτάς τη δουλειά σου κι απ’ τη δουλειά του γείτονα, του παραγείτονα – και του σύμπαντος κόσμου. Οπότε είσαι σοσιαλιστής.

Τα παρλαμέντα, λοιπόν άρχισαν να γίνονται ύποπτα για τους κρατούντες με την εμφάνιση σ’ αυτά των “ανατρεπτικών ιδεών”. Που στην αρχή ήταν αστικές ιδέες, ανατρεπτικές των ιδεών των φεουδαρχών. Το πιο επικίνδυνο απ’ όλα τα παρλαμέντα που εμφανίστη­καν ποτέ στην Ιστορία ήταν αυτό που το 1789 στη Γαλλία αποφάσισε, από συνέλευση {παρλαμέντο) της Τρίτης Τάξης να μετατραπεί σε Εθνοσυνέλευση, δηλαδή σε συνέλευση που εκπροσωπεί ολόκληρο το έθνος και όχι μόνο την Τρίτη Τάξη, όπως λέγονταν τότε οι αστοί, που δεν είχαν αποσπάσει ακόμα ουσιαστικά προνόμια απ’ τους φεουδάρχες, οι οποίοι συνέχιζαν να κάνουν την πάπια, παρά τα ολοφάνερα σημάδια της καλπαστικής ανόδου των αστών. (Οι άλλες δυο τάξεις στη Γαλλία της προεπαναστατικής εποχής ήταν οι αριστοκρά­τες και οι παπάδες. Μη σας εκπλήσει το γεγονός πως οι πα­πάδες αποτελούσαν ξεχωριστή τάξη. Χωριστή τάξη με δι­κά της υλικά συμφέροντα, θεϊκά κατοχυρωμένα, ήταν και τότε και τώρα και θα είναι πάντα, όσο θα υπάρχει παπαδαριό σε τούτον τον κόσμο).

Είπαμε πως από τον Μεσαίωνα κάθε συντεχνία έχει το παρ­λαμέντο της {τη Βουλή της). Παρλαμέντο, όμως, είχαν και οι ενώσεις ομοειδών συντεχνιών, οι επαγγελματικές συνομοσπον­δίες, όπως θα λέγαμε σήμερα. Στη Γαλλία, από ένωση σε έ­νωση και από συνομοσπονδία σε συνομοσπονδία, οι αστοί (βιοτέχνες έμποροι, χρηματιστές) κατάφεραν τελικά να φκιάξουν μια καθόλα νόμιμη και εγκεκριμένη απ’ το Βασιλιά βουλή (παρλαμέντο), τη Βουλή της Τρίτης Τάξης. Το 1789 τούτη η σημαδιακή Βουλή κατάλαβε επιτέλους πως τα μεγάλα καιφλέγοντα προβλήματα της δεν ήταν συντεχνιακά, αλλά ταξι­κά, όπως θα λέγαμε σήμερα. Και τα έλυσε με τον αρμόζοντα τρόπο: Καρατόμησε το Βασιλιά, κι όλους όσους έφερναν εμπόδιο στην αναρίχησή της στην εξουσία.

Βέβαια, η ίδια τάξη, αλλού, δηλαδή στη Ρωσία του 1917 θα πάθει τα ίδια από μια άλλη καλπαστικά ανερχόμενη τάξη, τους προλετάριους. Όμως, είχε περάσει τόσος καιρός απ’ το 1789 που οι καλά βολεμένοι τώρα αστοί που είχαν κατασφαγιάσει τους φεουδάρχες τότε, άρχισαν να ορύονται — ορύονται ακόμα— για τη “βαρβαρότητα των μπολσεβίκων”.
Αλλού, οι αστοί στάθηκαν περισσότερο τυχεροί — αλλά να δούμε ως πότε. Η Ιστορία δεν στήνει τις καρμανιόλες της εξαιτίας της διαστροφής κάποιων διεστραμμένων όπως θέλουν να λένε εκείνοι οι ανυπόφοροι μισοανθρωπιστές, αλλά για να κάνει το διαλεκτικό της άλμα από μια ποιότητα σε μια άλλη, όταν η ποσοτική συσσώρευση στις παραγωγικές δυνάμεις αναζητεί καινούργιες παραγωγικές σχέσεις.
Καλό είναι για την εξουσία να μην αφήνει τους ανθρώπους να συσκέπτονται (να σκέφτονται μαζί). Γιατί, άπαξ και η σκέ­ψη του ενός μπει δίπλα στη σκέψη του άλλου και του παράλλου, δημιουργείται μια συλλογική σκέψη εκρηχτικής δύναμης. Και η συνήθεια της “πάρλας” που άρχισε στα μεσαιωνικά παρλαμέντα δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να ανακοπεί.

Βέβαια, δεν είναι όλα τα παρλαμέντα επικίνδυνα για την ε­ξουσία. Εντελώς το αντίθετο, μάλιστα: Τα περισσότερα υπηρε­τούν επιτυχώς την αστική εξουσία. Όμως, το αστικό κοινο­βούλιο (το “κοινό” σαν πρώτο συνθετικό είναι ένας λόγιος γραμματικός πλεονασμός κληρονομημένος από τότε που υπήρχαν και δω δυο Βουλές, η κυρίως ειπείν Βουλή και η Γερουσία) που το δημιούργησε η αστική τάξη για το συμφέ-ρον-της, άρχισε να γίνεται στενός κορσές για τους αστούς από τότε που περεισέφρυσαν σ’ αυτό οι σοσιαλιστές κι αργότερα και οι κομμουνιστές, μεταφέροντας και εκεί, κατά την συνήθειά τους, την εκτός Βουλής ταξική πάλη. Έτσι χάλασε η παλιά ειδυλλιακή κατάσταση, τότε που το παρλαμέντο συζη­τούσε όμορφα και καλά τα ενδοταξικά αστικά προβλήματα και τα έλυνε με τον προσφορότερο εκάστοτε τρόπο. Τώρα έχουμε στο κοινοβούλιο και κάποιες ενοχλητικές μειοψηφίες, που δεν αποκλείεται κάποτε να γίνουν και πλειοψηφίες, εφόσον η περίφημη “απλή αναλογική” γίνει και αναλογική και απλή, οπότε θα αποθαρρυνθούν οι οπαδοί της θεωρίας της “χαμένης ψήφου”, που συλλέγουν όλες τις χαμένες στην κοινοβουλευτική οδό ψήφους και τις τσεπώνουν, καταφέρνοντας έτσι να βγάζουν αστούς βουλευτές με ψήφους κομμου­νιστών, για παράδειγμα. Τούτη η αναγκαστική “συνεργασία” με τους “ανατροπείς” δεν τους ενοχλεί καθόλου. Άλλωστε, όλοι οι κλέφτες είναι αναίσχυντοι. Και οι κατ’ εξοχήν νομότυποι κλέφτες ήταν και παραμένουν πάντα οι αστοί:
Μόνο που τώρα κλέβουν σύμφωνα με τον Νόμο (κυρίως την υπεραξία της εργασίας) και λογαριασμό δεν έχουν να δώσουν σε κανένα δικαστή, αφού και οι δικαστές υπηρετούν τα αστι­κά ταξικά συμφέροντα.

Λοιπόν, είπαμε να βουλευόμαστε μαζί για να βολευόμαστε μεταξύ μας, όχι όμως και να συζητάμε με τους “εχθρούς του κοινοβουλευτισμού” εντός του κοινοβουλίου, πράγμα που μπορεί και να μας ξεβολέψει για πάντα. Δεν καλείς κάποιον στο γάμο σου για να σου πει “και του χρόνου”. Και το κοινο­βούλιο ήταν πάντα γάμος από συνοικέσιο μεταξύ αστών με ελαφρώς διαφορετικά συμφέροντα. Με την εμφάνιση, όμως, των σοσιαλιστών σ’ αυτό, κοντεύει να γίνει δικαστήριο έκδο­σης διαζυγίων (ανάμεσα στους αστούς και τους προλετάριους, που δεν τα κατάφεραν ποτέ να φκιάξουν ταιριαστό ζευγάρι).

Οι μεγάλοι μαιτρ του αστικού κοινοβουλευτισμού — και οι εφευρέτες του— ήταν πάντα, και συνεχίζουν να είναι, οι Εγ­γλέζοι. Αυτοί δεν την πάτησαν όπως οι αριστοκράτες Γάλλοι το 1789. Από το 1638 που εμφανίστηκε και μέχρι το 1832 που εδραιώθηκε το αγγλικό αστικό κοινοβούλιο παίρνει τη σημερινή του μορφή και όλα σ’ αυτό δουλεύουν πια ρολόι, χάρις σε κάτι ρολογάδες πολιτικάντηδες που δεν έχουν το όμοιο τους σ’ ολόκληρη την ιστορία του κοινοβουλευτισμού.
Η αγγλική συνταγή της επιτυχίας συνίσταται στο ότι οι αδύ­ναμοι στην Αγγλία σοσιαλιστές και κομμουνιστές παραμένουν εξωκοινοβουλευτική αντιπολίτευση. Η λεγάμενη αριστερή πτέρυγα του Εργατικού Κόμματος, εκτός του ότι είναι απλώς πτέρυγα, είναι και πτέρυγα σπασμένη: Συνδέεται πολύ χαλαρά με τον προλεταριακό κορμό.
Πέρα απ’ αυτό όμως πρέπει να παραδεχτούμε πως το αγ­γλικό κοινοβούλιο, με την μακραίωνη ιστορία του, ήταν και παραμένει πραγματικά άψογο μέσα στην αστική ευπρέ­πεια τφγ Τόρηδων που απόδειξαν πως ξέρουν να βουλεύονται με τον πιο αποτελεσματικό για τα συμφέροντά τους τρόπο, και να πείθουν και τους δυνάμει αντιπάλους τους πως τα συμφέροντα των Τόρηδων είναι και συμφέροντα ολό­κληρου του αγγλικού λαού. “Αλλωστε τους Τόρηδες (και την Αγγλία) κυβερνάει σήμερα μια κόρη μπακάλη, η κυρία Θάτσερ κι αυτό είναι η καλύτερη προπαγάνδα για κείνους που πι­στεύουν πως την Αγγλία, και ίσως τον κόσμο δια της Αγγλίας, θα μπορούσαν να τον κυβερνήσουν και οι μπακάληδες. Οι ανόητοι, ποτέ δεν θα καταλάβουν πως το αστικό καθεστώς είναι καθεστώς μπακάληδων. Οι Ά γ γ λ ο ι Τόρηδες, λοιπόν, ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν όταν μοιράζουν αβέρτα τον δι­κό τους τίτλο του “σερ” (του Λόρδου) στη Σάρα και τη Μό­ρα. Ο καπιταλισμός είναι το καθεστώς της “μεγάλης ελπίδας”:
Όπως όλοι μπορούν να γίνουν εκατομμυριούχοι δια του πρώ­του λαχνού του λαχείου (γίνονται όντως πεντέξι κάθε χρόνο, αριθμός απολύτως επαρκής για να συντηρείται η ελπίδα και στους άτυχους), έτσι όλοι μπορούν να γίνουν και Λόρδοι.
Η λόρδα του Λόρδου, ω Λόρδοι εκ προλεταρίων εξ απονο­μής!

Λοιπόν, είναι να μην αναρωτιέσαι πώς κρατούνται τα κερα­μίδια ξεκάρφωτα στη χώρα που δίδαξε τον κοινοβουλευτι­σμό; Να. όμως, που και κει η κοινοβουλευτική στέγη δεν απο­δείχτηκε αποτελεσματικό στέγαστρο για την ταξική πάλη. Η οποία μπορεί να μην μεταφέρθηκε επαρκώς στο κοινοβού­λιο, τρύπωσε όμως στις στοές των ορυχείων. Τελικά, έχει πολύ μικρή σημασία αν η ταξική πάλη περάσει ή δεν περάσει και στο κοινοβούλιο, παρά το γεγονός πως το κοινοβούλιο έχει να παίξει κι αυτό το ρόλο του στην ταξική πάλη. Όσο και να ενισχύσει την αναλογική η αστική τάξη για να προφυλαχτεί απ’ τους “ταραξίες”, οι ταραχές θα συνεχίζονται εκτός κοινοβουλίου. Αυτό απ’ το οποίο η αστική τάξη θα έχει ανά­γκη ολοένα και περισσότερο δεν είναι ένα ισχυρό κοινοβού­λιο αλλά μια ισχυρή αστυνομία. Και καλοεκπαιδευμένα ΜΑΤ. Και αστυνομικοί σκύλοι. Και χαφιέδες καλοπληρωμένοι. Και ιμωφοδεείς. Και αναξιοπρεπείς. Και κοψομεσιασμένοι. Και ψυχικά βλεννορροιακοί.

Το κοινοβούλιο έπαιζε ένα τεράστιο ρόλο στην ιστορία του κόσμου όσο η αστική τάξη βρισκόταν στην ακμή της. Υπό καθεστώς αστικής παρακμής το αστικό κοινοβούλιο θα είναι αγκαστικά παρακμασμένο κι αυτό.

Ο Μαρξ στο”Η 18η Μπρυμέρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη” λέει πως η ίδια η αστική τάξη θα απαλλασσόταν απ’ το κοινοβουλευτι­κό σύστημα, εφόσον θα ήταν ανίκανη να το συντηρήσει κατά την τελική φάση της αστικής παρακμής. Στην περίπτωση που η αστική τάξη αντιμετώπιζε την αποτυχία, θα κατάφευγε αναπόφευκτα στην δικτατορία, συμπληρώνει ο Μαρξ και τα λόγια του ηχούν σαν μια μακάβρια προφητεία.
Έχουμε να πούμε πολλά ακόμα για το κοινοβουλευτικό σύστημα και την αστική παρακμή. Θα συνεχίσουμε.
12 Μαΐου 1985

………………………………………………………………………………………………………