Η ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΒΟΛΕΜΕΝΩΝ
Βουλή είναι ο τόπος όπου κάποιοι άνθρωποι βουλεύονται (προσοχή: όχι βολεύονται). Δηλαδή, συσκέπτονται (σκέφτονται μαζί), συζητούν (ζητούν, ψάχνουν μαζί), μελετούν και παίρνουν αποφάσεις από κοινού για πράγματα κοινά. Για να συμβεί κάτι τέτοιο πρέπει αυτοί οι άνθρωποι να βούλονται (να έχουν βούληση δική τους). Το δυο ρήματα, βουλεύω και βούλομαι, έχουν κοινή ρίζα. Κι αυτό σημαίνει πως δεν μπορείς να βουλεύεις αν δεν βούλεσαι, δεν μπορείς θα αποφασίζεις αν δεν έχεις τη θέληση να αποφασίζεις.
Κατά τεκμήριο, λοιπόν, οι βουλευτές είναι άνθρωποι που έχουν βούληση. Όμως τούτη τη βούληση δεν την χρησιμοποιούν ασίκικα και κατά το κέφι τους, όπως συχνά συμβαίνει στην ελληνική Βουλή, αλλά για να ενεργοποιήσουν τη σκέψη τους ώστε μαζί με την ενεργοποιημένη σκέψη των άλλων βουλευτών, να βρουν τελικά κάποια άκρη στα κοινά προβλήματα που απασχολούν μια κοινωνία που τους επέλεξε, γιατί υποτίθεται σκέφτονται καλύτερα, βούλονται περισσότερο και συνεπώς βουλεύονται επιτυχέστερα.
Οι αρχαίοι μας πρόγονοι που εφεύραν τη λέξη βουλή της κόλλησαν δίπλα και το επίθετο “κράτιστος”, που είναι ο υπερθετικός βαθμός του καλός και που σημαίνει καλότατος. Έτσι, η Βουλή των Αθηναίων, αυτό το ανεπανάληπτο δημιούργημα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, δεν ήταν απλώς μια Βουλή, αλλά η “Βουλή των κρατίστων”. Ό χ ι των καλύτερων (συγκριτικός βαθμός του επιθέτου) αλλά των καλότατων (υπερθετικός βαθμός του επιθέτου). Μ’ άλλα λόγια οι βουλευτές τότε δεν ήταν οι συγκριτικά καλύτεροι πολίτες, σε σχέση με κάποιους άλλους που δεν ήταν και τόσο καλοί. Ήταν οπωσδήποτε καλότατοι άνευ συγκρίσεως με ο,τιδήποτε. Η απολυτότητα του υπερθετικού βαθμού δεν είχε παραχωρήσει ακόμα τη θέση της στην χαλαρότητα του συγκριτικού βαθμού, όπως γίνεται ολοένα και περισσότερο στις μέρες μας. Κι αυτό σημαίνει πως ο Αθηναίος βουλευτής, ήταν δεν ήταν καλός εκτός Βουλής, όταν έμπαινε σ’ αυτήν γινόταν, ήθελε δεν ήθελε. Μ’ άλλα λόγια, δεν του επιτρεπόταν να είναι κακός, κι ας εκλεγόταν πάντα με κλήρωση μέσα απ’ την μάζα των πολιτών.
Οι θεσμοί λειτουργούσαν τότε με έναν τρόπο τόσο μεγαλειώδη, που και τον κακό τον μετέτρεπαν αυτόματα σε καλό, απ’ τη στιγμή που η τύχη τον οδηγούσε μέσα σ’ έναν άριστο θεσμό που λειτουργούσε άψογα.
Ποιος θα μπορούσε να πει το ίδιο και για τους σημερινούς Έλληνες βουλευτές, που ωστόσο, ακόμα και μέσα στη Βουλή τολμούν και ισχυρίζονται πως είναι απόγονοι ενδόξων προγόνων; Κάποτε θα πρέπει να μάθουν και οι βουλευτές μας, κυρίως οι δεξιοί, αρχαία ελληνική Ιστορία σε ειδικά σεμινάρια εντός της Βουλής και επί ποινή οριστικής αποβολής απ’ το “σώμα”, αν επιτέλους δεν κατανοήσουν πόσο σπουδαίο πράγμα είναι να είσαι βουλευτής με την αρχαιοελληνική έννοια.
Οι περισσότερο συνετοί από μας Ευρωπαίοι, δεν βεβηλώνουν τη λέξη Βουλή, που την αφήνουν να αναπαύεται ήσυχη στο λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Απ’ το Μεσαίωνα ακόμα χρησιμοποιούν αντ’ αυτής την περίεργη λέξη parlamentum που είναι λατινοποιημένη μορφή του γαλλικού ρήματος parler, που σημαίνει μιλώ. Κατά τρόπο γλωσσολογικά απροσδόκητο η λέξη αυτή πήδηξε απ’ τα γαλλικά στα λατινικά (ο κανόνας είναι το αντίστροφο) ίσως όχι μόνο γιατί οι Γάλλοι μιλούν πολύ, αλλά κατά πάσαν πιθανότητα διότι στη Γαλλία υπάρχει μεγάλη συντεχνιακή παράδοση.
Πράγματι, ο θεσμός της Βουλής στη σημερινή της εκδοχή δεν είναι, βέβαια, μια ιστορική συνέχεια της Βουλής των Αθηναίων, αλλά μια μετεξέλιξη των μεσαιωνικών συντεχνιών, όπου οι άνθρωποι που ασκούν το ίδιο επάγγελμα μαζεύονται και κουβεντιάζουν τα προβλήματα τους. Απ’ το Μεσαίωνα ακόμα, το parlamentum ήταν μια μάζωξη ανθρώπων οιονεί τοξική, όπως θα λέγαμε με σύγχρονη γλώσσα. Τα παρλαμέντα δεν απαγορεύτηκαν ποτέ από κανέναν, γιατί είναι χρήσιμα κάτω από οποιοδήποτε κοινωνικό καθεστώς: Κανείς ποτέ δεν ενόχλησε αυτόν που κουβεντιάζει με συναδέλφους του τα επαγγελματικά του προβλήματα. Το θέμα για την εκάστοτε εξουσία είναι να μην αρχίσουν να κουβεντιάζουν στα παρλαμέντα και προβλήματα άσχετα προς τα επαγγελματικά. Όταν “κοιτάς τη δουλειά σου” είσαι πάντα αποδεκτός απ’ όλα τα συστήματα, όπως θα μπορούσε να βεβαιώσει ο κάθε χαμελαίων κάθε εποχής. Τα πράγματα δυσκολεύουν, και για σένα προσωπικά και για την εξουσία, όταν δεν κοιτάς τη δουλειά σου. Ή μάλλον όταν εξαρτάς τη δουλειά σου κι απ’ τη δουλειά του γείτονα, του παραγείτονα – και του σύμπαντος κόσμου. Οπότε είσαι σοσιαλιστής.
Τα παρλαμέντα, λοιπόν άρχισαν να γίνονται ύποπτα για τους κρατούντες με την εμφάνιση σ’ αυτά των “ανατρεπτικών ιδεών”. Που στην αρχή ήταν αστικές ιδέες, ανατρεπτικές των ιδεών των φεουδαρχών. Το πιο επικίνδυνο απ’ όλα τα παρλαμέντα που εμφανίστηκαν ποτέ στην Ιστορία ήταν αυτό που το 1789 στη Γαλλία αποφάσισε, από συνέλευση {παρλαμέντο) της Τρίτης Τάξης να μετατραπεί σε Εθνοσυνέλευση, δηλαδή σε συνέλευση που εκπροσωπεί ολόκληρο το έθνος και όχι μόνο την Τρίτη Τάξη, όπως λέγονταν τότε οι αστοί, που δεν είχαν αποσπάσει ακόμα ουσιαστικά προνόμια απ’ τους φεουδάρχες, οι οποίοι συνέχιζαν να κάνουν την πάπια, παρά τα ολοφάνερα σημάδια της καλπαστικής ανόδου των αστών. (Οι άλλες δυο τάξεις στη Γαλλία της προεπαναστατικής εποχής ήταν οι αριστοκράτες και οι παπάδες. Μη σας εκπλήσει το γεγονός πως οι παπάδες αποτελούσαν ξεχωριστή τάξη. Χωριστή τάξη με δικά της υλικά συμφέροντα, θεϊκά κατοχυρωμένα, ήταν και τότε και τώρα και θα είναι πάντα, όσο θα υπάρχει παπαδαριό σε τούτον τον κόσμο).
Είπαμε πως από τον Μεσαίωνα κάθε συντεχνία έχει το παρλαμέντο της {τη Βουλή της). Παρλαμέντο, όμως, είχαν και οι ενώσεις ομοειδών συντεχνιών, οι επαγγελματικές συνομοσπονδίες, όπως θα λέγαμε σήμερα. Στη Γαλλία, από ένωση σε ένωση και από συνομοσπονδία σε συνομοσπονδία, οι αστοί (βιοτέχνες έμποροι, χρηματιστές) κατάφεραν τελικά να φκιάξουν μια καθόλα νόμιμη και εγκεκριμένη απ’ το Βασιλιά βουλή (παρλαμέντο), τη Βουλή της Τρίτης Τάξης. Το 1789 τούτη η σημαδιακή Βουλή κατάλαβε επιτέλους πως τα μεγάλα καιφλέγοντα προβλήματα της δεν ήταν συντεχνιακά, αλλά ταξικά, όπως θα λέγαμε σήμερα. Και τα έλυσε με τον αρμόζοντα τρόπο: Καρατόμησε το Βασιλιά, κι όλους όσους έφερναν εμπόδιο στην αναρίχησή της στην εξουσία.
Βέβαια, η ίδια τάξη, αλλού, δηλαδή στη Ρωσία του 1917 θα πάθει τα ίδια από μια άλλη καλπαστικά ανερχόμενη τάξη, τους προλετάριους. Όμως, είχε περάσει τόσος καιρός απ’ το 1789 που οι καλά βολεμένοι τώρα αστοί που είχαν κατασφαγιάσει τους φεουδάρχες τότε, άρχισαν να ορύονται — ορύονται ακόμα— για τη “βαρβαρότητα των μπολσεβίκων”.
Αλλού, οι αστοί στάθηκαν περισσότερο τυχεροί — αλλά να δούμε ως πότε. Η Ιστορία δεν στήνει τις καρμανιόλες της εξαιτίας της διαστροφής κάποιων διεστραμμένων όπως θέλουν να λένε εκείνοι οι ανυπόφοροι μισοανθρωπιστές, αλλά για να κάνει το διαλεκτικό της άλμα από μια ποιότητα σε μια άλλη, όταν η ποσοτική συσσώρευση στις παραγωγικές δυνάμεις αναζητεί καινούργιες παραγωγικές σχέσεις.
Καλό είναι για την εξουσία να μην αφήνει τους ανθρώπους να συσκέπτονται (να σκέφτονται μαζί). Γιατί, άπαξ και η σκέψη του ενός μπει δίπλα στη σκέψη του άλλου και του παράλλου, δημιουργείται μια συλλογική σκέψη εκρηχτικής δύναμης. Και η συνήθεια της “πάρλας” που άρχισε στα μεσαιωνικά παρλαμέντα δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να ανακοπεί.
Βέβαια, δεν είναι όλα τα παρλαμέντα επικίνδυνα για την εξουσία. Εντελώς το αντίθετο, μάλιστα: Τα περισσότερα υπηρετούν επιτυχώς την αστική εξουσία. Όμως, το αστικό κοινοβούλιο (το “κοινό” σαν πρώτο συνθετικό είναι ένας λόγιος γραμματικός πλεονασμός κληρονομημένος από τότε που υπήρχαν και δω δυο Βουλές, η κυρίως ειπείν Βουλή και η Γερουσία) που το δημιούργησε η αστική τάξη για το συμφέ-ρον-της, άρχισε να γίνεται στενός κορσές για τους αστούς από τότε που περεισέφρυσαν σ’ αυτό οι σοσιαλιστές κι αργότερα και οι κομμουνιστές, μεταφέροντας και εκεί, κατά την συνήθειά τους, την εκτός Βουλής ταξική πάλη. Έτσι χάλασε η παλιά ειδυλλιακή κατάσταση, τότε που το παρλαμέντο συζητούσε όμορφα και καλά τα ενδοταξικά αστικά προβλήματα και τα έλυνε με τον προσφορότερο εκάστοτε τρόπο. Τώρα έχουμε στο κοινοβούλιο και κάποιες ενοχλητικές μειοψηφίες, που δεν αποκλείεται κάποτε να γίνουν και πλειοψηφίες, εφόσον η περίφημη “απλή αναλογική” γίνει και αναλογική και απλή, οπότε θα αποθαρρυνθούν οι οπαδοί της θεωρίας της “χαμένης ψήφου”, που συλλέγουν όλες τις χαμένες στην κοινοβουλευτική οδό ψήφους και τις τσεπώνουν, καταφέρνοντας έτσι να βγάζουν αστούς βουλευτές με ψήφους κομμουνιστών, για παράδειγμα. Τούτη η αναγκαστική “συνεργασία” με τους “ανατροπείς” δεν τους ενοχλεί καθόλου. Άλλωστε, όλοι οι κλέφτες είναι αναίσχυντοι. Και οι κατ’ εξοχήν νομότυποι κλέφτες ήταν και παραμένουν πάντα οι αστοί:
Μόνο που τώρα κλέβουν σύμφωνα με τον Νόμο (κυρίως την υπεραξία της εργασίας) και λογαριασμό δεν έχουν να δώσουν σε κανένα δικαστή, αφού και οι δικαστές υπηρετούν τα αστικά ταξικά συμφέροντα.
Λοιπόν, είπαμε να βουλευόμαστε μαζί για να βολευόμαστε μεταξύ μας, όχι όμως και να συζητάμε με τους “εχθρούς του κοινοβουλευτισμού” εντός του κοινοβουλίου, πράγμα που μπορεί και να μας ξεβολέψει για πάντα. Δεν καλείς κάποιον στο γάμο σου για να σου πει “και του χρόνου”. Και το κοινοβούλιο ήταν πάντα γάμος από συνοικέσιο μεταξύ αστών με ελαφρώς διαφορετικά συμφέροντα. Με την εμφάνιση, όμως, των σοσιαλιστών σ’ αυτό, κοντεύει να γίνει δικαστήριο έκδοσης διαζυγίων (ανάμεσα στους αστούς και τους προλετάριους, που δεν τα κατάφεραν ποτέ να φκιάξουν ταιριαστό ζευγάρι).
Οι μεγάλοι μαιτρ του αστικού κοινοβουλευτισμού — και οι εφευρέτες του— ήταν πάντα, και συνεχίζουν να είναι, οι Εγγλέζοι. Αυτοί δεν την πάτησαν όπως οι αριστοκράτες Γάλλοι το 1789. Από το 1638 που εμφανίστηκε και μέχρι το 1832 που εδραιώθηκε το αγγλικό αστικό κοινοβούλιο παίρνει τη σημερινή του μορφή και όλα σ’ αυτό δουλεύουν πια ρολόι, χάρις σε κάτι ρολογάδες πολιτικάντηδες που δεν έχουν το όμοιο τους σ’ ολόκληρη την ιστορία του κοινοβουλευτισμού.
Η αγγλική συνταγή της επιτυχίας συνίσταται στο ότι οι αδύναμοι στην Αγγλία σοσιαλιστές και κομμουνιστές παραμένουν εξωκοινοβουλευτική αντιπολίτευση. Η λεγάμενη αριστερή πτέρυγα του Εργατικού Κόμματος, εκτός του ότι είναι απλώς πτέρυγα, είναι και πτέρυγα σπασμένη: Συνδέεται πολύ χαλαρά με τον προλεταριακό κορμό.
Πέρα απ’ αυτό όμως πρέπει να παραδεχτούμε πως το αγγλικό κοινοβούλιο, με την μακραίωνη ιστορία του, ήταν και παραμένει πραγματικά άψογο μέσα στην αστική ευπρέπεια τφγ Τόρηδων που απόδειξαν πως ξέρουν να βουλεύονται με τον πιο αποτελεσματικό για τα συμφέροντά τους τρόπο, και να πείθουν και τους δυνάμει αντιπάλους τους πως τα συμφέροντα των Τόρηδων είναι και συμφέροντα ολόκληρου του αγγλικού λαού. “Αλλωστε τους Τόρηδες (και την Αγγλία) κυβερνάει σήμερα μια κόρη μπακάλη, η κυρία Θάτσερ κι αυτό είναι η καλύτερη προπαγάνδα για κείνους που πιστεύουν πως την Αγγλία, και ίσως τον κόσμο δια της Αγγλίας, θα μπορούσαν να τον κυβερνήσουν και οι μπακάληδες. Οι ανόητοι, ποτέ δεν θα καταλάβουν πως το αστικό καθεστώς είναι καθεστώς μπακάληδων. Οι Ά γ γ λ ο ι Τόρηδες, λοιπόν, ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν όταν μοιράζουν αβέρτα τον δικό τους τίτλο του “σερ” (του Λόρδου) στη Σάρα και τη Μόρα. Ο καπιταλισμός είναι το καθεστώς της “μεγάλης ελπίδας”:
Όπως όλοι μπορούν να γίνουν εκατομμυριούχοι δια του πρώτου λαχνού του λαχείου (γίνονται όντως πεντέξι κάθε χρόνο, αριθμός απολύτως επαρκής για να συντηρείται η ελπίδα και στους άτυχους), έτσι όλοι μπορούν να γίνουν και Λόρδοι.
Η λόρδα του Λόρδου, ω Λόρδοι εκ προλεταρίων εξ απονομής!
Λοιπόν, είναι να μην αναρωτιέσαι πώς κρατούνται τα κεραμίδια ξεκάρφωτα στη χώρα που δίδαξε τον κοινοβουλευτισμό; Να. όμως, που και κει η κοινοβουλευτική στέγη δεν αποδείχτηκε αποτελεσματικό στέγαστρο για την ταξική πάλη. Η οποία μπορεί να μην μεταφέρθηκε επαρκώς στο κοινοβούλιο, τρύπωσε όμως στις στοές των ορυχείων. Τελικά, έχει πολύ μικρή σημασία αν η ταξική πάλη περάσει ή δεν περάσει και στο κοινοβούλιο, παρά το γεγονός πως το κοινοβούλιο έχει να παίξει κι αυτό το ρόλο του στην ταξική πάλη. Όσο και να ενισχύσει την αναλογική η αστική τάξη για να προφυλαχτεί απ’ τους “ταραξίες”, οι ταραχές θα συνεχίζονται εκτός κοινοβουλίου. Αυτό απ’ το οποίο η αστική τάξη θα έχει ανάγκη ολοένα και περισσότερο δεν είναι ένα ισχυρό κοινοβούλιο αλλά μια ισχυρή αστυνομία. Και καλοεκπαιδευμένα ΜΑΤ. Και αστυνομικοί σκύλοι. Και χαφιέδες καλοπληρωμένοι. Και ιμωφοδεείς. Και αναξιοπρεπείς. Και κοψομεσιασμένοι. Και ψυχικά βλεννορροιακοί.
Το κοινοβούλιο έπαιζε ένα τεράστιο ρόλο στην ιστορία του κόσμου όσο η αστική τάξη βρισκόταν στην ακμή της. Υπό καθεστώς αστικής παρακμής το αστικό κοινοβούλιο θα είναι αγκαστικά παρακμασμένο κι αυτό.
Ο Μαρξ στο”Η 18η Μπρυμέρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη” λέει πως η ίδια η αστική τάξη θα απαλλασσόταν απ’ το κοινοβουλευτικό σύστημα, εφόσον θα ήταν ανίκανη να το συντηρήσει κατά την τελική φάση της αστικής παρακμής. Στην περίπτωση που η αστική τάξη αντιμετώπιζε την αποτυχία, θα κατάφευγε αναπόφευκτα στην δικτατορία, συμπληρώνει ο Μαρξ και τα λόγια του ηχούν σαν μια μακάβρια προφητεία.
Έχουμε να πούμε πολλά ακόμα για το κοινοβουλευτικό σύστημα και την αστική παρακμή. Θα συνεχίσουμε.
12 Μαΐου 1985
………………………………………………………………………………………………………