Μια άγνωστη…”ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ”, στην πρώην ΕΣΣΔ.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ

Ο “ΠΑΤΕΡΟΥΛΗΣ” ΓΙΟΖΕΦ….. ΣΤΑΛΙΝ ΓΙΑΤΙ ΕΙΧΕ ΚΑΤΑΡΓΗΣΕΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ;
ΠΟΙΟΣ Ο ΛΟΓΟΣ;

……………………………………………………….

07/01/2009

Μια συγκλονιστική ιστορία για την… άγνωστη “Φιλική Εταιρεία”.

Mια άγνωστη,στην Ελλάδα, προσπάθεια μερικών χιλιάδων ομογενών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης να ιδρύσουν μυστική οργάνωση στα χνάρια της Φιλικής εταιρείας και να”συνομωτήσουν” υπέρ της επαναφοράς της Ελληνικής γλώσσας στην ΕΣΣΔ κάτω απ΄το άγρυπνο μάτι της KGB στα τέλη της δεκαετίας του ’60, παρουσίασε η εφημερίδα”Καθημερινή” μέσα από συνέντευξη ενός εκ των επιζώντων πρωτεργατών της προσπάθειας.

Η αφήγηση του κ.Αχιλλέα Τσεπίδη είναι συναρπαστική:
.
“Μάρτιος 1980, πλατεία Σταράγια Πλόσιατ, στο κέντρο της Μόσχας. Εξι άντρες με Καυκασιανή κοψιά, γούνινα καπέλα «Σάπκα» και βαριά πανωφόρια, περνούν την πύλη του μεγάρου της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ενωσης (ΚΚΣΕ). 
Κρατούν από μια βαλίτσα στο κάθε χέρι και μετά σύντομη συνομιλία με τον φρουρό, περνούν στο εσωτερικό του κτιρίου, απ’ όπου βγαίνουν μισή ώρα αργότερα χωρίς τις βαλίτσες.
Δεν ήταν στελέχη του ΚΚΣΕ, ούτε μέλη ξένης υψηλής αντιπροσωπείας αδελφού κόμματος από κάποια χώρα του εξωτερικού.Επρόκειτο για «συνωμότες» μιας παράνομης οργάνωσης Ελλήνων της Σοβιετικής Ένωσης, που δρούσε στα «σπλάχνα» του μπρεζνιεφικού καθεστώτος, κάτω από τη μύτη της KGB.
Την είχαν ιδρύσει έξι ομογενείς στη Γεωργία, λειτουργούσε στα πρότυπα της «Φιλικής Εταιρείας», και είχε σκοπό να προωθήσει την επαναφορά της διδασκαλίας των ελληνικών στα σχολεία που είχε καταργήσει ο Στάλιν το 1937.
Τι περιείχαν οι βαλίτσες; Τετράδια γεμάτα με υπογραφές -γύρω στις τριάντα χιλιάδες – που είχε συγκεντρώσει με άκρα μυστικότητα η οργάνωση με την επωνυμία «Παιδαγωγική Εταιρεία» κάτω από ένα…
κείμενο προς την ανώτατη κομματική ηγεσία, στο οποίο διατύπωναν την επιθυμία τους να διδάσκεται η ελληνική γλώσσα όπου υπήρχαν συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί. Ένα χρόνο μετά, στο 26ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, αποφασίστηκε να επιτραπεί στην Γεωργία και την Ουκρανία η διδασκαλία των ελληνικών. Ο πρωτεργάτης της κίνησης, Αχιλλέας Τσεπίδης, που ζει σήμερα στη Θεσσαλονίκη, ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεων.
Μοναδικός στόχος:
«Η οργάνωση φτιάχτηκε το 1968 στο Ρουστάβι της Γεωργίας με μοναδικό στόχο να επανέλθουν τα ελληνικά στα σχολεία. Στην αρχή ήμασταν έξι ομογενείς. Λειτουργούσαμε σε συνθήκες παρανομίας κατά τα πρότυπα της Φιλικής Εταιρείας. Ο κάθε ένας από εμάς έπρεπε να στρατολογήσει συγγενείς και φίλους χωρίς όμως ο ένας να ξέρει για τον άλλο. Έτσι σε διάστημα έξι χρόνων γίναμε δύο χιλιάδες. Κάποιοι ομογενείς με οικονομική επιφάνεια, όπως ο Νίκος Αραιόπουλος, Λεωνίδας Παπουνίδης και Γιάννης Σοφιανίδης μας βοηθούσαν οικονομικά, ενώ και στο Σοχούμι εκινείτο ένας άλλος δραστήριος Έλληνας, ο Χαράλαμπος Πολιτίδης».
Με την πάροδο του χρόνου η οργάνωση ξανοίχτηκε και μάλιστα στη δικτατορία συγκέντρωσε χρήματα και τα έστειλε στην Ελλάδα για οικονομική ενίσχυση των οικογενειών των πολιτικών κρατουμένων. Δεν θα μπορούσε, επομένως, να ξεφύγει από το άγρυπνο μάτι της KGB.
«Μια μέρα μας φώναξε ο διευθυντής ενός σχολείου και μας είπε: “Παιδιά, σταματήστε γιατί σας έχει πάρει χαμπάρι η KGB και θα ’χετε κακά ξεμπερδέματα”. Ήταν σαφές ότι η KGB μας έστελνε μήνυμα και για ένα διάστημα σιωπήσαμε. Όμως το πάθος μας ήταν ασίγαστο και σιγά σιγά αρχίσαμε να κάνουμε εκδηλώσεις για την 25η Μαρτίου και το ΟΧΙ, με την μορφή πικ νικ και γλεντιών με ελληνικά τραγούδια».
«Πήγαμε στην Τασκένδη και μαζέψαμε ό,τι βιβλία βρήκαμε από τους εκεί Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες, τα οποία μεταφέραμε στην Γεωργία και τα μοιράσαμε κρυφά στους ομογενείς». Τίποτα όμως δεν θα μπορούσε να προχωρήσει στον Καύκασο και την Ουκρανία, όπου συγκεντρωνόταν το ελληνικό στοιχείο μετά την επιστροφή του το 1956 από τις στέπες του Καζακστάν και της Σιβηρίας όπου το έχει εκτοπίσει ο Στάλιν αν δεν υπήρχε το «οκέι» της κεντρικής εξουσίας στη Μόσχα.
Η οργάνωση έψαξε και βρήκε εκεί τον κατάλληλο άνθρωπο που δεν ήταν άλλος από την πρώην διερμηνέα του σοβιετικού ηγέτη Νικήτα Χρουστσόφ, καθηγήτρια των ελληνικών, Μαρίνα Ρίτοβα, η οποία, με δεδομένο τον φιλελληνισμό της, μυήθηκε πολύ εύκολα.
Αυτή μεσολάβησε στο ΚΚΣΕ και έγιναν δεκτές οι υπογραφές, ο ρόλος της ήταν καθοριστικός στη διαμόρφωση του κατάλληλου κλίματος στη Μόσχα. Έτσι στο 26ο συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1981 αποφασίστηκε να επιτραπεί η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας όπου υπήρχαν συγκεντρωμένοι ελληνικοί πληθυσμοί.
Δεν ήταν, παρά ταύτα, μια εύκολη υπόθεση. «Μας φώναξαν στην ΚΕ του ΚΚΣΕ και μας ρώτησαν πώς θα υλοποιηθεί η απόφαση, αφού δεν είχαμε ούτε βιβλία ούτε δασκάλους. Τους απαντήσαμε ότι θα τα βρούμε όλα αυτά. Σε χρόνο – ρεκόρ η Ρίτοβαέγραψε το πρώτο εγχειρίδιο, ενώ ψάξαμε και βρήκαμε δασκάλους που δεν ήταν άλλοι από τα ελληνόπουλα που το 36 -37 πήγαιναν στο σχολείο και ήξεραν ελληνικά. Αν και ήταν παππούδες πλέον τους επιστρατεύσαμε και μετά από κάποια σεμινάρια που τους έκανε η Ρίτοβα, η οποία εγκαταστάθηκε στην Τιφλίδα για τον σκοπό αυτό, ήταν έτοιμοι να διδάξουν».
Οι αγκυλώσεις των τοπικών ηγεσιών, παρά τα ανοίγματα του καθεστώτος, εμπόδιζαν την υλοποίηση των άνωθεν αποφάσεων. «Ευτυχώς στη Γεωργία ήταν πρώτος γραμματέας του ΚΚΣΕ ο Σεβαρντνάντζε, γνωστός φιλέλληνας, και έτσι δεν τόλμησαν κάποιοι αξιωματούχοι να ακυρώσουν την προσπάθειά μας».
Την 1η Σεπτεμβρίου του 1981 άρχισαν στην Γεωργία τα πρώτα μαθήματα ελληνικής γλώσσας σε σαράντα έξι σχολεία, στην Τιφλίδα, Ρουστάβι, Τσάλκα, Σοχούμι και αργότερα επεκτάθηκαν και στην Ουκρανία.
Στο Ρουστάβι:
Η ημέρα ήταν ιστορική για τον ελληνισμό του Καυκάσου. Με πρωτοβουλία της οργάνωσης συγκεντρώθηκαν όλοι οι ομογενείς στις αυλές των σχολείων και ο Αχιλλέας Τσεπίδης, από τους πρώτους δασκάλους, θυμάται τι έγινε στο δικό του σχολείο αριθμός 19, στο Ρουστάβι: «Ξεκίνησα ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο. Μετά διάβασα το αλφαβητάρι στα παιδιά και συνέχισα δείχνοντάς τους τον ελληνικό χάρτη».
Έκτοτε η διδασκαλία των ελληνικών γινόταν κανονικά και συνεχίστηκε και μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Η ειρωνεία είναι ότι τώρα που δεν υπάρχουν εμπόδια για την γλώσσα, ο ελληνισμός της πρώην Σοβιετικής Ένωσης στη μεγάλη του πλειοψηφία έχει εγκαταλείψει την περιοχή…”
 

Αφήστε μια απάντηση